ΟΔΙΚΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ

Η συνθήκη αυτή αφορά την σύμβαση για την διεθνή οδική μεταφορά πραγμάτων, τη γνωστή ως CMR, που υπεγράφη στην Γενεύη στις 19 Μαΐου 1956 και παρέμεινε ανοιχτή προς υπογραφή για τις χώρες που ανήκαν στο οικονομικό μπλοκ της Ευρώπης.

Η συνθήκη ήρθε σε ισχύ μετά την 90η ημέρα με την υπογραφή και του 5ου μέλους στις 2 Ιουλίου 1961.

Η έναρξη της συνθήκης ως είχε συνταχθεί και έγινε αποδεκτή άρχισε να ισχύει με την Αυστρία, Ολλανδία, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία και Γαλλία.

Τα αρχικά CMR προέρχονται από τον Γαλλικό τίτλο ο οποίος στην ουσία είναι και αυτός που δίνει την σαφή έννοια της συνθήκης και ο οποίος σε ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσε να είναι «συνθήκη για την διεθνή οδική μεταφορά πραγμάτων».

 

Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ

Η συνθήκη CMR, διέπει τις διαδικασίες που θα πρέπει να γίνουν για την διεθνή μεταφορά, ως εκ τούτου αντικαθιστά με δικές της διατάξεις και νόμους κάθε σχετικό τοπικό νόμο των κρατών μελών της συνθήκης και η φιλοσοφία της είναι να υπάρχει πλέον μια ενιαία νομοθεσία για να λύνει τις διαφορές μεταξύ των νομικών συστημάτων των κρατών μελών.

Το Άρθρο 1 της συνθήκης προσδιορίζει τον σκοπό ως ακολούθως:

 

“Αυτή η συνθήκη θα πρέπει να εφαρμόζεται για κάθε σύμβαση διεθνούς οδικής μεταφοράς πραγμάτων επί αυτοκινήτου έναντι αμοιβής, όπου ο τόπος που θα παραληφθούν τα εμπορεύματα και ο τόπος που θα παραδοθούν, όπως θα ορίζεται στην σύμβαση μεταφοράς, θα πρέπει να είναι δυο διαφορετικές χώρες, εκ των οποίων η μια απαραίτητα πρέπει να είναι κράτος μέλος της συνθήκης αυτής ανεξάρτητα του τόπου κατοικίας και της εθνικότητας των μερών”.

Oι κάτωθι όροι θα πρέπει να υφίστανται για να έχει ισχύ μια σύμβαση CMR:

  • Θα πρέπει να υπάρχει μια σύμβαση μεταφοράς έναντι αμοιβής,
  • Η σύμβαση που θα γίνει θα πρέπει να είναι για μεταφορά εμπορευμάτων,
  • Η μεταφορά αυτή θα πρέπει να γίνει οδικώς,
  • Η μεταφορά αυτή θα πρέπει να εκτελεστεί με ειδικές κατηγορίες αυτοκινήτων,
  • Η σύμβαση αυτή πρέπει να έχει διεθνή χαρακτήρα.

1. ΣΥΜΒΑΣΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΑΜΟΙΒΗΣ

 

Εφ’ όσον η συνθήκη CMR επί μιας φορτωτικής, τεθεί σε εφαρμογή θα πρέπει οπωσδήποτε η σύμβαση που θα υπογραφεί να αναφέρει και την αμοιβή αυτής της υπηρεσίας.

2. Η ΣΥΜΒΑΣΗ  ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΓΑΘΩΝ

 

Η συνθήκη CMR δεν κάνει καμία εξαίρεση για την φύση των εμπορευμάτων και για τον τρόπο που θα μεταφερθούν.

Δεν εξαιρεί από τους όρους χύδην φορτία, όπως επίσης εμπορεύματα σε πακέτα ή εντός εμπορευματοκιβωτίων.

Εν τούτοις, η συνθήκη εξαιρεί εμπορεύματα τα οποία παραδίδονται κάτω από τους όρους των διεθνών ταχυδρομικών συνθηκών, μεταφοράς νεκρικών αποστολών και μεταφοράς επίπλων (Άρθρο 1 παρ. 4).

3. Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ  ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΟΔΙΚΩΣ

 

Αυτός ο όρος ξεκάθαρα αναφέρει την αποστολή και την ιδέα της συνθήκης, για την οδική  μεταφορά εμπορευμάτων. Το Άρθρο 2 αυτό αφορά την ευθύνη του μεταφορέως και σκοπός του είναι να καλύψει την συνδυασμένη μεταφορά.

Το Άρθρο 2 εξειδικεύει την σημαντικότητα των αποστολών που προορίζονται ή προέρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο και εντός της Ιρλανδίας.

Η σύμβαση συνεχίζει να ισχύει ακόμη και  εάν τα εμπορεύματα δεν εκφορτωθούν από το αυτοκίνητο και συνεχίσουν το ταξίδι με θαλάσσιο μέσο (F/B) ή με άλλους τρόπους μεταφοράς.

Εφ’ όσον μπορεί να αποδειχτεί, ότι μια απώλεια ή ζημία έχει δημιουργηθεί κατά την διάρκεια αυτού του δευτερεύοντος τρόπου μεταφοράς είναι ένα ατυχηματικό γεγονός το οποίο αποδίδεται στον οδικό μεταφορέα.

Η  ευθύνη αυτή θα πρέπει όμως να αποδοθεί σύμφωνα με την νομοθεσία ή την συνθήκη που διέπει αυτόν τον δευτερεύοντα τρόπο μεταφοράς.

Θα πρέπει επίσης να εκτιμηθεί ότι εμπορεύματα τα οποία αποστέλλονται από το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να παραμένουν επί του αυτοκινήτου σε περίπτωση που μπει σε ένα, για παράδειγμα, roll-on / roll-off πλοίο και ως εκ τούτου η συνθήκη CMR συνεχίζει να έχει ισχύ για όλη την περίοδο της μεταφοράς.

Εν αντιθέσει, όταν ένα εμπορευματοκιβώτιο εκφορτωθεί από τον οδικό μεταφορέα και παραληφθεί για να συνεχίσει την μεταφορά του με πλοίο, αυτό το εμπορευματοκιβώτιο δεν καλύπτεται από την συνθήκη CMR (Άρθρο 2).

CMR Άρθρον 2.- παρ. 2. Εάν ο οδικός μεταφορεύς είναι επίσης ο ίδιος ο μεταφορεύς δια των ετέρων μέσων μεταφοράς, η ευθύνη αυτού θα καθορίζεται επίσης συμφώνως προς τας διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, άλλως εάν, υπό τας ιδιότητας του ως οδικού μεταφορέως και ως μεταφορέως δια των ετέρων μέσων μεταφοράς, (ως εάν αυτός) ητο δυο χωριστά πρόσωπα.

Εξαιρέσεις μπορούν να γίνουν μόνο στην περίπτωση που υπάρχουν μη εμφανείς ζημίες , οι οποίες καλύπτονται σύμφωνα με το Άρθρο 14.

4. Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΤΕΙ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ.

Το Άρθρο 1 παρ. 2, προσδιορίζει το μεταφορικό μέσο σαν ένα αυτοκινούμενο όχημα ή trailer, επικαθήμενο και ρυμουλκούμενο.

CMR Άρθρον 1.- παρ. 2. Δια τους σκοπούς της παρούσης Συμβάσεως, “οχήματα” σημαίνει αυτοκίνητα οχήματα, αρθρωτά οχήματα, ρυμουλκούμενα και ημιρυμουκλούμενα ως καθορίζονται εις το άρθρον 4 της περί Οδικής Κυκλοφορίας Συμβάσεως της 19ης Σεπτεμβρίου 1949.

Ο προσδιορισμός που αναφέρεται σ’ αυτό το Άρθρο έχει ως ακολούθως:

 

“αυτοκινούμενο όχημα νοείται κάθε όχημα που η κίνηση του γίνεται μηχανικά και χρησιμοποιείται για την μεταφορά ατόμων ή εμπορευμάτων οδικώς, εξαιρεί όμως, οχήματα που κινούνται επί σιδηροδρομικών γραμμών ή είναι συνδεδεμένα με ηλεκτρικούς προωθητήρες. Επικαθήμενα οχήματα νοούνται μηχανοκίνητα οχήματα τα οποία δεν έχουν μπροστινό άξονα και σύρονται από το μπροστινό μέρος του αυτοκίνητου και συνήθως τα αποκαλούμε και semi-trailer”.

 

5. Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΥΤΗ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΔΙΕΘΝΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Η συνθήκη CMR αποκλειστικά αναφέρει ότι, όταν ο τόπος που θα φορτωθούν τα εμπορεύματα ή ο τόπος που θα παραδοθούν είναι δυο διαφορετικές χώρες εξ αυτών η μία απαραίτητα θα πρέπει να είναι κράτος μέλος της συνθήκης.

Βασική προϋπόθεση είναι, ότι αυτός ο όρος θα πρέπει να τηρηθεί όπως ορίζει η συνθήκη CMR.

Για να αναλύσουμε αυτόν τον όρο, παραδειγματικά θα λέγαμε ότι η συνθήκη CMR θα έχει ισχύ για μια μεταφορά πραγμάτων επί αυτοκίνητου, επί του οποίου φορτώθηκαν εμπορεύματα στην Ελλάδα για να παραδοθούν στην Γαλλία, αλλά πριν το αυτοκίνητο αυτό εξέλθει των συνόρων της Ελλάδας τα εμπορεύματα αυτά καταστράφηκαν.

Έχει  αναφερθεί στο Άρθρο 2 ότι η συνδυασμένη μεταφορά υπόκειται στην συνθήκη CMR υπό την προϋπόθεση ότι το εμπόρευμα δεν έχει εκφορτωθεί από το όχημα και το όχημα έχει φορτωθεί σε πλοίο ή τρένο.

Θα πρέπει όμως να μην υπάρχει εκφόρτωση ή επαναφόρτωση. Σ’ αυτήν την περίπτωση η ευθύνη αποδίδεται σύμφωνα με το Άρθρο 34 .

CMR Άρθρον 34 Εάν μεταφορά διεπομένη υπό μοναδικού συμβολαίου εκτελεσθεί υπό διαδοχικών οδικών μεταφορέων, έκαστος εξ αυτών θα είναι υπεύθυνος δια την εκτέλεσιν ολοκλήρου της εργασίας, του δευτέρου μεταφορέως και εκάστου επομένου τοιούτου καθισταμένων συμβαλλομένων εις το συμβόλαιον μεταφοράς, (δυνάμει των όρων) του δελτίου παραδόσεως, λόγω αποδοχής υπ’ αυτών των πραγμάτων και του δελτίου παραδόσεως.

Για να εκτελεστεί μια μεμονωμένη μεταφορά από διαφορετικούς μεταφορείς θα πρέπει οπωσδήποτε τα εμπορεύματα να παραμείνουν επί του αυτοκίνητου καθ’ όλη την διάρκεια της περιόδου μεταφοράς που έχει συμφωνηθεί στην σύμβαση.

6. ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ

Το Άρθρο 4 αναφέρεται στην σύμβαση μεταφοράς η οποία θα πρέπει να είναι επικυρωμένη επί της φορτωτικής.

 

CMR Άρθρον 4.- Το συμβόλαιον μεταφοράς θα επιβεβαιούται δια της συντάξεως δελτίου παραδόσεως. Η έλλειψης, αντικανονική διατύπωσης ή απώλεια του δελτίου παραδόσεως δεν θα θίγει την ύπαρξιν ή την ισχύν του συμβολαίου μεταφοράς, το οποίον θα παραμένη υποκείμενον εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.

 

Σε συνδυασμό με το Άρθρο 5 η φορτωτική που θα υπογραφεί θα πρέπει να είναι σε 3 αντίγραφα και θα πρέπει να υπογράφεται από τον μεταφορέα και τον αποστολέα.

CMR Άρθρον 5.- παρ. 1. Το δελτίον παραδόσεως θα εκδίδεται εις τρία πρωτότυπα αντίτυπα υπογραφόμενα υπό του αποστολέως και του μεταφορέως. Αι υπογραφαί αυταί δύνανται να είναι έντυποι η να έχουν αντικατασταθεί δια των σφραγίδων του αποστολέως και του μεταφορέως, εάν η νομοθεσία της χώρας εις την οποίαν εξεδόθη το δελτίον παραδόσεως το επιτρέπει.

Το πρώτον αντίτυπον θα παραδίδεται εις τον αποστολέα, το δεύτερον θα συνοδεύει τα εμπορεύματα και το τρίτον θα κρατείται  υπό του μεταφορέως.

παρ. 2. Όταν τα εμπορεύματα τα οποία πρόκειται να μεταφερθούν πρέπει να φορτωθούν εις διάφορα οχήματα ή να είναι διαφόρων ειδών ή είναι χωρισμένα διάφορους παρτίδας, ο αποστολέας ή ο μεταφορεύς θα έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν να συνταχθή χωριστόν δελτίον παραδόσεως δι’ έκαστον χρησιμοποιούμενον όχημα ή δι’ έκαστον είδος ή παρτίδα εμπορεύματος.

Το πρώτο θα πρέπει να παραμένει στον αποστολέα, το δεύτερο θα συνοδεύει τα εμπορεύματα και το τρίτο θα παραμένει στον μεταφορέα ή την μεταφορική εταιρία.

7. Η ΦΟΡΤΩΤΙΚΗ

Η φορτωτική θα πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες οδηγίες οι οποίες προσδιορίζονται στο Άρθρο 6.

Θα πρέπει όμως να δοθεί προσοχή στις διαφοροποιήσεις που με έμφαση έχουν αποδοθεί στην παρ. 1 και αναλύονται στην παρ. 2 του Άρθρου 6.

CMR Άρθρον 6.- παρ. 1. Το δελτίον παραδόσεως θα περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)   την ημερομηνίαν του δελτίου παραδόσεως και τον τόπον εις τον οποίον εξεδόθη,

β)    το όνομα και την διεύθυνση του αποστολέως,

γ)    το όνομα και την διεύθυνση του μεταφορέως,

δ)    τον τόπον και την ημερομηνίαν παραλαβής των προς μεταφοράν εμπορευμάτων και τον οριζόμενον προς παράδοσιν τόπον,

ε)    το όνομα και την διεύθυνσιν του παραλήπτου,

στ)  την κοινώς χρησιμοποιουμένην περιγραφήν της φύσεως των εμπορευμάτων και τον τρόπον συσκευασίας και εν περιπτώσει επικινδύνων εμπορευμάτων την γενικώς παραδεδειγμένην περιγραφήν αυτών,

ζ)    τον αριθμόν των δεμάτων και τα ειδικά σημεία και αριθμούς αυτών,

η) το μικτόν βάρος των εμπορευμάτων ή την ποσότητα αυτών εκπεφρασμένην άλλως,

θ)    χρεώσεις αφορώσας την μεταφοράν (χρεώσεις μεταφοράς, συμπληρωματικαί χρεώσεις, τελωνειακοί δασμοί και λοιπαί επιβαρύνσεις προκύπτουσαι από της συντάξεως του συμβολαίου μέχρι του χρόνου παραδόσεως),

ι)    τας απαιτουμένας οδηγίας δια τας τελωνειακάς και λοιπάς διατυπώσεις,

κ)   δήλωσιν ότι η μεταφορά υπόκειται ασχέτως οιουδήποτε αντιθέτου όρου, εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.

 

παρ. 2. Οσάκις συντρέχη περίπτωσις το δελτίον παραδόσεως θα περιλαμβάνη επίσης τα κάτωθι στοιχεία:

α)    δήλωσιν ότι δεν επιτρέπεται μεταφόρτωσις,

β)    τας επιβαρύνσεις τας οποίας ο αποστολεύς αναλαμβάνει να πληρώση,

γ)    το ποσόν των χρεώσεων των “πληρωτέων επί τη παραδόσει”

δ)    δήλωσιν της αξίας των εμπορευμάτων και του αντιπροσωπεύοντος ειδικόν ενδιαφέρον ποσού κατά την παράδοσιν,

ε)    οδηγίας του αποστολέως προς τον μεταφορέα αφορώσεις την ασφάλισιν των εμπορευμάτων,

στ)  το συμφωνηθέν χρονικό όριον εντός του οποίου δέον να συντελεσθή η μεταφορά,

ζ)    πίνακα των εις τον μεταφορέα παραδοθέντων εγγράφων.

 

παρ.3. Οι συμβαλλόμενοι δύνανται να αναγράψουν εις το δελτίον παραδόσεως παν έτερον στοιχείον το οποίον ήθελαν κρίνει χρήσιμον.

Η παρ. 1 προσδιορίζει ότι η φορτωτική θα πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία ως αναλύονται στην παρ. 2, ως επίσης και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία που προβλέπονται από την συνθήκη.

Νομικά η φορτωτική θα πρέπει να συντάσσεται από τον αποστολέα.

Εν τούτοις, εάν αυτό απαιτηθεί κατ’ εντολή του φορτωτή μπορεί να συνταχθεί και από τον μεταφορέα και να προσδιορίζει όλα τα στοιχεία που έχουν οριστεί κατ’ εντολή του αποστολέα ως αναφέρει το Άρθρο 7 παρ. 2.

 

CMR Άρθρον 7.- παρ. 2. Εάν, τη αιτήσει του αποστολέως, ο μεταφορεύς καταχωρήση εις το δελτίον παραδόσεως τα στοιχεία τα αναφερόμενα εις την παρ. 1 του παρόντος άρθρου, θα θεωρήται, εκτός εάν αποδειχθή το εναντίον, ότι ούτος ενήργησεν ούτω δια λογαριασμόν του αποστολέως.

Προϋπόθεση για να έχει νομική ισχύ μια συμφωνία είναι ότι θα υπάρχει εν ισχύ φορτωτική.

Το Άρθρο 4, προϋποθέτει ότι σε περίπτωση μη υπάρξεως φορτωτικής ή η φορτωτική είναι αντικανονική ή έχει χαθεί,  δεν επηρεάζεται το ενδιαφέρον ή η εγκυρότητα της σύμβασης μεταφοράς και παραμένει αυτούσια εν ισχύ η συνθήκη.

CMR Άρθρον 4.- Το συμβόλαιον μεταφοράς θα επιβεβαιούται δια της συντάξεως δελτίου παραδόσεως. Η έλλειψις, αντικανονική διατύπωσις ή απώλεια του δελτίου παραδόσεως δεν θα θίγη την ύπαρξιν ή την ισχύν του συμβολαίου μεταφοράς, το οποίον θα παραμένη υποκείμενον εις τας διατάξεις της παρούσης Συμβάσεως.

8. ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΕΑ

Ο μεταφορέας κατά την παραλαβή των εμπορευμάτων θα πρέπει να ελέγχει την εγκυρότητα των στοιχείων που αναφέρονται επί της φορτωτικής, όπως τον αριθμό των δεμάτων, τα σημεία και τα νούμερα και την εμφανή κατάσταση των εμπορευμάτων και της συσκευασίας ως προβλέπεται στο Άρθρο 8 παρ. 1.

CMR Άρθρον 8.- παρ 1.    Κατά την παραλαβήν των προς μεταφοράν εμπορευμάτων, ο μεταφορεύς θα ελέγχη:

α)   την ακρίβειαν των στοιχείων του δελτίου παραδόσεως ως προς τον αριθμόν των δεμάτων και τα σημεία και αριθμούς αυτών και

β)    την εμφανή κατάστασιν των εμπορευμάτων και της συσκευασίας αυτών.

Αυτή η φρασεολογία θα πρέπει να είναι σε συνάφεια με την παρ. 3 του Άρθρου 8, η οποία προβλέπει ότι εάν ο αποστολέας απαιτεί από τον μεταφορέα να ελέγξει το μικτό βάρος των εμπορευμάτων, όπως και το περιεχόμενο των δεμάτων και σε περίπτωση που γι’ αυτήν την διαδικασία δημιουργηθεί ένα κόστος για τον μεταφορέα, αυτό βαρύνει ουσιαστικά τον αποστολέα.

CMR Άρθρον 8.- παρ. 3. Ο αποστολεύς θα δικαιούται να ζητήση από τον μεταφορέα να ελέγξη το μικτόν βάρος των εμπορευμάτων ή την άλλως εκπεφρασμένην ποσότητα αυτών. Δυνανται επίσης να ζητήση όπως ελεγχθή το περιεχόμενον των δεμάτων. Ο μεταφορεύς θα δικαιούται να ζητήση την καταβολήν της δαπάνης του τοιούτου ελέγχου. Το αποτέλεσμα των ελέγχων θα καταχωρήται εις το δελτίον παραδόσεως.

Όταν ο μεταφορέας δεν έχει τα απαιτούμενα μέσα για να ελέγξει με βεβαιότητα αυτά που προαναφέραμε θα πρέπει να κάνει σαφείς παρατηρήσεις επί της φορτωτικής ως προβλέπεται στο Άρθρο 8 παρ. 2.

 

CMR Άρθρον 8.- παρ. 2. Οσάκις ο μεταφορεύς δεν διαθέτη εύλογα ελέγχου της ακριβείας των στοιχείων των αναφερόμενων εις την παρ. 1 (α) του παρόντος άρθρου θα καταχωρή τας επιφυλάξεις αυτού εις το δελτίον παραδόσεως ομού μετά των λόγων επί των οποίων βασίζονται αύται. Ούτω θα καθορίζη τους λόγους δι’ οιασδήποτε επιφυλάξεις τας οποίας διατυπώνει εν σχέσει προς την εμφανή κατάστασιν των εμπορευμάτων και της συσκευασίας αυτών. Αι εν λόγω επιφυλάξεις δεν θα δεσμεύουν τον αποστολέα ει μη μόνον εφ’ όσον συνεφώνησε ρητώς να δεσμευθή δι’ αυτών εις το δελτίον παραδόσεως.

Το Άρθρο 9 προβλέπει ότι η φορτωτική θα είναι prima facie αποδεικτικό στοιχείο της συμβάσεως μεταφοράς και οι όροι της είναι αυτοί που θα δεσμεύουν το παραλήπτη των εμπορευμάτων.

CMR Άρθρον 9.- παρ. 1. Το δελτίον παραδόσεως θα αποτελή αποδεικτικόν prima facie της συνάψεως του συμβολαίου μεταφοράς, των όρων του συμβολαίου και της υπό του μεταφορέως παραλαβής των εμπορευμάτων.

παρ. 2. Εάν το δελτίον παραδόσεως δεν περιλαμβάνη συγκεκριμένας επιφυλάξεις του μεταφορέως, θα προεξοφλήται, εκτός αποδείξεως του εναντίον, ότι τα εμπορεύματα και η συσκευασία αυτών εφαίνονται να είναι εις καλήν κατάστασιν όταν ο μεταφορεύς τα παρέλαβε και ότι ο αριθμός των δεμάτων, τα σημεία και αριθμοί αυτών αντιστοιχούσαν προς τα σημεία του δελτίου παραδόσεως.

Η αξιοπιστία της φορτωτικής μπορεί να διαφοροποιηθεί, ως ορίζεται στο Άρθρο 9 παρ. 2.

CMR Άρθρο 9. Παρ. 2.     Εάν το δελτίον παραδόσεως δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένας επιφυλάξεις του μεταφορέως, θα προεξοφλήται, εκτός αποδείξεως του εναντίον, ότι τα εμπορεύματα και η συσκευασία αυτών εμφαίνοντο να είναι εις καλήν κατάστασιν όταν ο μεταφορέας τα παρέλαβε και ότι ο αριθμός των δεμάτων, τα σημεία και οι αριθμοί αυτών αντιστοιχούσαν προς τα σημεία του δελτίου παραδόσεως.

Ως αναφέρεται σ’ αυτήν την παρ. 2 εάν η φορτωτική δεν περιέχει συγκεκριμένες επιφυλάξεις από τον μεταφορέα, θα θεωρηθεί ως δεδομένο,  “εκτός αν κάτι άλλο αποδειχθεί”, ότι τα εμπορεύματα και η συσκευασία ήταν σε εμφανώς καλή κατάσταση και τα στοιχεία που ανεγράφησαν από τον φορτωτή ήταν σωστά, σχετικά με τα νούμερα, τα σημεία και τους αριθμούς επί των δεμάτων.

Η συνθήκη αναφέρει ότι “εκτός εάν κάτι άλλο αποδειχτεί…” ή “εκτός αν το αντίθετο αποδειχτεί…” τα στοιχεία που αναφέρονται επί της φορτωτικής δεν είναι οριστικά και δεσμευτικά και είναι πάντα στην διακριτική ευχέρεια του μεταφορέα να προβάλει αποδείξεις ότι αυτά που αναφέρονται επί της φορτωτικής δεν ανταποκρίνονται στην πραγματική κατάσταση κατά τον χρόνο που παρελήφθησαν τα εμπορεύματα.

9. ΦΟΡΤΩΣΗ ΚΑΙ ΕΚΦΟΡΤΩΣΗ ΤΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Είναι απαραίτητο σ’ αυτή την φάση μελέτης της συνθήκης CMR, να δώσουμε προσοχή στην απουσία συγκεκριμένων προσδιορισμών που αφορούν την φόρτωση, την εκφόρτωση και την διαδικασία του ταξιδιού.

Το Άρθρο 17 της συνθήκης προβλέπει ότι η ευθύνη του μεταφορέα αρχίζει από την στιγμή που θα παραλάβει τα εμπορεύματα μέχρι την στιγμή που θα τα παραδώσει.

Οι διαδικασίες της φόρτωσης και της εκφόρτωσης των εμπορευμάτων και ποια πλευρά είναι υπεύθυνη γι’ αυτήν την διαδικασία είναι μέρος της συμφωνίας που μπορεί να γίνει μεταξύ των μερών και θα αναφέρεται στην σύμβαση μεταφοράς.

CMR Άρθρον 17.- παρ. 1.Ο μεταφορεύς θα ευθύνεται δια την ολικήν ή μερικήν απώλειαν των εμπορευμάτων και δια την βλάβην τούτων την λαμβάνουσαν χώραν μεταξύ του χρόνου κατά τον οποίον παραλαμβάνει τα εμπορεύματα και της παραδόσεως, ως επίσης και δι’ οιανδήποτε καθυστέρησιν παραδόσεως.

 

παρ. 2.Ο μεταφορεύς εν τούτοις θα απαλλάσσηται της ευθύνης εάν η απώλεια βλάβη ή καθυστέρησις, προεκλήθη εξ εσφαλμένης ενεργείας ή αμελείας του προβάλλοντος απαίτησιν, εκ των διδομένων οδηγιών του προβάλλοντος απαίτησιν και ουχί ως συνέπεια εσφαλμένης ενεργείας ή αμελείας εκ μέρους του μεταφορέως εκ κεκρυμμένου ελαττώματος των εμπορευμάτων ή λόγω συνθηκών τας οποίας ο μεταφορεύς δεν ηδύνατο να αποφύγη και τας συνεπείας των οποίων δεν ηδύνατο να προλάβη.

 

παρ. 3. Ο μεταφορευς δεν θα απαλλάσσεται της ευθύνης λόγω ελαττωματικής καταστάσεως του χρησιμοποιουμένου υπ’ αυτού οχήματος προς εκτέλεσιν της μεταφοράς λόγω εσφαλμένης ενεργείας ή αμελείας  του προσώπου παρά του οποίου τυχόν εμίσθωσε το όχημα ή των πρακτόρων ή των υπαλλήλων του τελευταίου.

 

παρ. 4. Υπό την επιφύλαξιν του άρθου 18, παρ. 2 μέχρι 5, ο μεταφορεύς θα απαλλάσσηται της ευθύνης όταν η απώλεια ή βλάβη προέρχεται εκ των ειδικών κινδύνων οίτινες ενυπάρχουν εις μίαν ή περισσοτέρας εκ των κατωτέρω περιπτώσεων:

 

α)   χρησιμοποίησις ανοικτών ακαλύπτων οχημάτων, όταν η χρησιμοποίησις αυτών ρητώς συνεφωνήθη και ανεφέρθη εις το δελτίον παραδόσεως.

β)    η έλλειψις ή ελαττωματική κατάστασης της συσκευασίας εις την περίπτωσιν εμπορευμάτων τα οποία, εκ της φύσεως αυτών, υπόκεινται εις φθοράν ή βλάβην όταν δεν είναι συσκευασμένα ή καταλλήλως συσκευασμένα.

γ)    χειρισμός, φόρτωσις, στοιβασία ή εκφόρτωσις των εμπορευμάτων υπό του αποστολέως, του παραλήπτου  ή προσώπων  ενεργούντων δια λογαριασμόν του αποστολέως ή του παραλήπτου.

δ)    η φύσις ορισμένων ειδών εμπορευμάτων, ήτις ειδικώς εκθέτει ταύτα εις ολικήν ή μερικήν απώλειαν ή βλάβη, κυρίως λόγω θραύσεως, σκωρίας, σήψεως, αποξηράνσεως, ροής, συνήθους φύρας ή της επενεργείας σκώρων ή ζωυφίων.

ε)    ανεπάρκεια ή ακαταλληλότης σημείων και αριθμών επί των δεμάτων.

στ)  η μεταφορά ζώντων ζώων.

 

παρ. 5. Οσάκις δυνάμει του παρόντος άρθρου ο μεταφορεύς δεν ευθύνεται εν σχέσει προς ενίους εκ των προκαλούντων την απώλειαν, βλάβην, ή καθυστέρησιν συντελεστών, θα ευθύνεται μόνον κατά την έκτασιν, καθ’ ην οι συντελεσταί, δια τους οποίους ευθύνεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, συνέβαλλον εις την απώλειαν, βλάβην ή καθυστέρησιν.

Διαφωνίες που αφορούν αυτή την διαδικασία αποδίδουν και την ευθύνη.

Σε περίπτωση απώλειας ή ζημίας η οποία δημιουργήθηκε κατά την διαδικασία, θα πρέπει να προσδιορίζεται συμβατικά ποιος φέρει την ευθύνη και αυτός ο προσδιορισμός θα αποτελέσει την βάση της αναγωγής, αλλά,  σύμφωνα όμως με την τοπική νομοθεσία

Η συνθήκη CMR σιωπά σ’ αυτό το σημείο, και δεν μπορεί να προσδιορίσει ή να οριστικοποιήσει συμβατικά επί της σύμβασης μεταφοράς, οτιδήποτε αφορά την φόρτωση ή την εκφόρτωση εκτός εάν μια ειδική συμφωνία έχει προσδιοριστεί από τις πλευρές και αναφέρεται επί της φορτωτικής.

Σε περίπτωση που η σύμβαση μεταφοράς αναφέρει ότι ο αποστολέας ή ο παραλήπτης ή άτομα που ενεργούν για λογαριασμό τους, αναλαμβάνουν την ευθύνη της φόρτωσης και της εκφόρτωσης των εμπορευμάτων το Άρθρο 17 παρ. 4 (γ) απαλλάσσει τον φορτωτή από κάθε ευθύνη για ζημία ή απώλεια που προέρχονται από αυτές τις διαδικασίες.

CMR Άρθρον 17.- παρ. 4.(γ) χειρισμός, φόρτωσις, στοιβασία ή εκφόρτωσις των εμπορευμάτων υπό του αποστολέως, του παραλήπτου  ή προσώπων  ενεργούντων δια λογαριασμόν του αποστολέως ή του παραλήπτου.

10. ΤΑΞΙΔΙ

Το ίδιο πρόβλημα δημιουργείται και σχετικά με την διαδικασία του ταξιδιού.

Συγκεκριμένες οδηγίες μπορούν να δοθούν επί της φορτωτικής ως αναφέρονται στο Άρθρο 6 παρ.  2.

 

CMR Άρθρον 6.- παρ. 2. Οσάκις συντρέχη περίπτωσις το δελτίον παραδόσεως θα περιλαμβάνη επίσης τα κάτωθι στοιχεία:

α)   δήλωσιν ότι δεν επιτρέπεται μεταφόρτωσις,

β)    τας επιβαρύνσεις τας οποίας ο αποστολεύς αναλαμβάνει να πληρώση,

γ)    το ποσόν των χρεώσεων των “πληρωτέων επί τη παραδόσει”

δ)    δήλωσιν της αξίας των εμπορευμάτων και του αντιπροσωπεύοντος ειδικόν ενδιαφέρον ποσού κατά την παράδοσιν,

ε)    οδηγίας του αποστολέως προς τον μεταφορέα αφορώσες την ασφάλισιν των εμπορευμάτων,

στ)  το συμφωνηθέν χρονικό όριον εντός του οποίου δέον να συντελεσθή η μεταφορά,

ζ)    πίνακα των εις τον μεταφορέα παραδοθέντων εγγράφων.

Σε περίπτωση όμως που δεν αναφερθεί κάτι συγκεκριμένο σχετικά με το ταξίδι, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε διαφωνίες μεταξύ των μερών.

Η επιμέλεια που πρέπει να έχει ο μεταφορέας κατά την διάρκεια του ταξιδιού είναι στην διακριτική του ευχέρεια, παραδείγματος χάριν, εάν θα πρέπει να σταματήσει και που και για πόσο χρόνο.

Θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι ο μεταφορέας είναι αυτός που θα οργανώσει ένα ταξίδι μέσω πολλών κρατών, η επιλογή του δε αυτή μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε περίπτωση νομικής διαμάχης.

ΠΡΟΣΟΧΗ «Η συνθήκη CMR σιωπά και σ’ αυτά τα σημεία».

Το Άρθρο 11 παρέχει τις λεπτομέρειες που αφορούν την χρησιμοποίηση από την πλευρά του μεταφορέα των εγγράφων ως έχουν οριστικοποιηθεί από τον αποστολέα.

CMR Άρθρον 11.- παρ 1. Δια τους σκοπούς των τελωνειακών και λοιπών διατυπώσεων αι οποίαι δέον να συμπληρωθούν προ της παραδόσεως των εμπορευμάτων, ο αποστολεύς θα προσαρτά τα απαραίτητα έγγραφα εις το δελτίον παραδόσεως ή θα θέτη ταύτα εις την διάθεσιν του μεταφορέως και θα παρέχη προς αυτόν πάσαν πληροφορίαν την οποίαν έχει ανάγκην.

παρ. 2. Ο μεταφορεύς δεν θα έχη υποχρέωσιν να ερευνά είτε την ακρίβειαν ή επάρκειαν των τοιούτων εγγράφων και πληροφοριών. Ο αποστολεύς θα ευθύνεται έναντι του μεταφορέως δι’ οιανδήποτε ζημίαν προκαλουμένην λόγω ελλείψεως, ανακριβείας, ή αταξίας των τοιούτων εγγράφων και πληροφοριών, πλην της περιπτώσεως εσφαλμένης τινός πράξεως ή αμελείας εκ μέρους του μεταφορέως.

παρ. 3. Η ευθύνη του μεταφορέως δια τας συνεπείας λόγω απωλείας ή μη ορθής χρήσεως των εγγράφων των αναφερομένων και συνοδευόντων το δελτίον παραδόσεως, υπό όρον ότι η υπό του μεταφορέως καταβλητέα αποζημίωσης δεν θα υπερβαίνει εκείνην ήτις θα ήτο καταβλητέα εν περιπτώσει απωλείας των εμπορευμάτων.

Είναι υποχρέωση του αποστολέα να οριστικοποιήσει και του μεταφορέα να εκτελέσει, ό,τι προβλέπεται επί των φορτωτικών εγγράφων.

Εν αντιθέσει όμως, ο μεταφορέας έχει την ευχέρεια να απαιτήσει διευκρινήσεις για τελωνειακούς σκοπούς ή άλλες νομικές ή τοπικές διαδικασίες οι οποίες απαιτούνται κατά την διέλευση των συνόρων.

Το Άρθρο 12 προσδιορίζει την διαδικασία αναφορικά με  την διάθεση των εμπορευμάτων κατά την διάρκεια του ταξιδιού.

CMR Άρθρον 12.- παρ. 1. Ο αποστολεύς έχει το δικαίωμα να διαθέση τα εμπορεύματα ειδικώτερον ζητών από τον μεταφορέα να σταματήση τα εμπορεύματα υπό διαμετακόμισιν, να αλλάξει τον τόπον εις τον οποίον πρόκειται να λάβη χώραν η παράδοσις ή να παραδώση τα εμπορεύματα εις παραλήπτην έτερον πλην του παραλήπτου του αναφερομένου εις το δελτίον παραδόσεως.

παρ. 2. Το δικαίωμα τούτο θα παύη υφιστάμενον όταν το δεύτερον αντίγραφον του δελτίου παραδόσεως παραδοθή εις τον παραλήπτην ή όταν ο παραλήπτης ασκήση το δικαίωμα αυτού δυνάμει του άρθρου 13, παρ. 1. Από του χρόνου τούτου και μετέπειτα ο μεταφορεύς θα υπακούη εις τας εντολάς του παραλήπτου.

παρ. 3. Ο παραλήπτης θα έχη εν τούτοις, το δικαίωμα διαθέσεως από του χρόνου κατά τον οποίον συντάσσεται το δελτίον παραδόσεως εάν ο αποστολεύς προβή εις σχετικήν εγγραφήν εις το δελτίον παραδόσεως.

παρ. 4. Εάν εν τη ενασκήσει του δικαιώματός του διαθέσεως ο παραλήπτης διέταξε την παράδοσιν των εμπορευμάτων εις έτερον πρόσωπον το έτερον τούτο πρόσωπον δεν θα έχη δικαίωμα να ονομάζη ετέρους παραλήπτας.

παρ. 5. Η άσκησις του δικαιώματος διαθέσεως θα τελή υπό την επιφύλαξαν των κάτωθι όρων:

α)   ότι ο αποστολεύς ή εις την αναφερομένην εις την παρ. 3 του παρόντος άρθρου περίπτωσιν, ο παραλήπτης όστις επιθυμεί να ασκήση το δικαίωμα προσκομίζει το πρώτον αντίγραφον του δελτίου παραδόσεως επί του οποίου κατεχωρήθησαν αι νέαι οδηγίαι προς τον μεταφορέα και αποζημιώνει τον μεταφορέα δι’ άπαντα τα έξοδα, απώλειαν και βλάβην τα οποία προέκυψαν εκ της εκτελέσεως των εν λόγω οδηγιών,

β)    ότι η εκτέλεσις των εν λόγω οδηγιών είναι δυνατή κατά τον χρόνον κατά τον οποίον αι οδηγίαι φθάνουν εις το πρόσωπον το οποίον πρόκειται να εκτελέση ταύτας και ούτε επηρεάζουν την κανονικήν διεξαγωγήν των εργασιών του μεταφορέως ούτε βλάπτουν τους αποστολείς ή παραλήπτας ετέρων αποστολών,

γ)    ότι αι οδηγίαι δεν έχουν ως συνέπειαν τον διαχωρισμόν του φορτίου.

 

παρ. 6. Όταν, λόγω των διατάξεων της παραγράφου 5 (β) του παρόντος άρθρου ο μεταφορεύς δεν δύναται να εκτελέση τας οδηγίας τας οποίας λαμβάνει, θα ειδοποιή πάραυτα το πρόσωπον το οποίον έδωσε προς αυτόν τας εν λόγω οδηγίας.

παρ. 7. Μεταφορεύς ο οποίος δεν εξετέλεσε τας δοθείσας οδηγίας υπό τους όρους τους προβλεπομένους δια του παρόντος άρθρου, ή ο οποίος εξετέλεσε ταύτας χωρίς να ζητήση όπως του προσκομισθή το πρώτον αντίγραφον του δελτίου παραδόσεως, θα ευθύνεται έναντι του προσώπου του δικαιουμένου να προβάλλη απαίτησιν δι’ οιανδήποτε απώλειαν ή ζημίαν προκληθείσαν εκ του λόγου τούτου.

Ο αποστολέας είναι αυτός που σε οποιαδήποτε στιγμή έχει το δικαίωμα να απαιτήσει από τον μεταφορέα να σταματήσει ή να αλλάξει το ταξίδι, εν τούτοις η φορτωτική δύναται να αναφέρει έναν προσδιορισμό και ότι ο παραλήπτης δύναται να έχει το δικαίωμα της διάθεσης των εμπορευμάτων από την στιγμή που η φορτωτική έχει εκτελεστεί, παρ.3 Άρθρο 12.

CMR Άρθρον 12.- παρ. 3. Ο παραλήπτης θα έχη εν τούτοις, το δικαίωμα διαθέσεως από του χρόνου κατά τον οποίον συντάσσεται το δελτίον παραδόσεως εάν ο αποστολεύς προβή εις σχετικήν εγγραφήν εις το δελτίον παραδόσεως.

Το δικαίωμα του αποστολέα για την διάθεση του προϊόντος επίσης προσδιορίζεται από την παρ. 2 η οποία αναφέρει ότι το δικαίωμα του φορτωτή παύει να ισχύει όταν το δεύτερο αντίγραφο της φορτωτικής έχει παραδοθεί στον παραλήπτη και αυτός προστατεύεται σύμφωνα με το Άρθρο 13 παρ. 1.

CMR Άρθρον 13.- παρ. 1. Μετά την άφιξιν των εμπορευμάτων εις τον καθορισθέντα τόπον παραδόσεως, ο παραλήπτης θα δικαιούται να ζητήση από τον μεταφορέα να παραδώση προς αυτόν, έναντι αποδείξεως, το δεύτερον αντίγραφον του δελτίου παραδόσεως και τα εμπορεύματα. Εάν η απώλεια των εμπορευμάτων διαπιστωθή ή εάν τα εμπορεύματα δεν φθάσουν μετά την λήξιν του προβλεπομένου υπό του άρθρου 19 χρονικού διαστήματος, ο παραλήπτης θα δικαιούται να επιβάλλη επ’ ονόματί του κατά του μεταφορέως οιαδήποτε δικαιώματα προκύπτοντα εκ του συμβολαίου μεταφοράς.

Εν τούτοις, ο αποστολέας έχει κάθε δικαίωμα να αλλάξει τον παραλήπτη όσες φορές αυτός κατά την κρίση του το θελήσει ως ορίζεται στο Άρθρο 12 παρ. 4.

CMR Άρθρον 12.- παρ. 4. Εάν εν τη ενασκήσει του δικαιώματός του διαθέσεως ο παραλήπτης διέταξε την παράδοσιν των εμπορευμάτων εις έτερον πρόσωπον το έτερον τούτο πρόσωπον δεν θα έχη δικαίωμα να ονομάζη ετέρους παραλήπτας.

Ο αποστολέας έχει το δικαίωμα να αλλάξει τον παραλήπτη όσες φορές θέλει, αν ο αρχικός παραλήπτης δώσει εντολή για παράδοση των εμπορευμάτων σε τρίτον. Αυτός ο τρίτος όμως δεν δικαιούται να ορίσει άλλους παραλήπτες,  παρ. 4.

Στην παρ. 5 το δικαίωμα διάθεσης των εμπορευμάτων προβλέπονται τα παρακάτω:

  1. Η έκδοση του πρωτοτύπου της φορτωτικής που έχει εκδόσει ο μεταφορέας,
  2. Αποζημίωση του μεταφορέα έναντι τυχόν εξόδων,
  3. Απώλεια ή ζημία ως αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής των οδηγιών,
  4. Την προϋπόθεση ότι αυτές οι αλλαγές μπορούν να εκτελεσθούν,
  5. Οι αλλαγές οδηγιών δεν θα πρέπει να εμποδίζουν την κανονική λειτουργία της επιχείρησης του μεταφορέα,
  6. Οι νέες οδηγίες δεν θα πρέπει να απαιτούν υποδιαίρεση του φορτίου.

11. ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η συνθήκη CMR στα Άρθρα από 13 έως 16, αναφέρεται σε συγκεκριμένες δυσκολίες, οι οποίες αφορούν τα δικαιώματα του παραλήπτη, την επιρροή των περιστάσεων που δεν επιτρέπουν την σωστή παράδοση και την πώληση των εμπορευμάτων από τον μεταφορέα.

CMR Άρθρον 16.- παρ. 1. Ο μεταφορεύς θα δικαιούται να εισπράξη την δαπάνην την προελθούσαν εκ της αιτήσεως αυτού δια την παροχήν οδηγιών και οιαδήποτε έξοδα εις τα οποία ήθελαν υποβληθή δια την εκτέλεσιν των οδηγιών τούτων, εκτός εάν αι τοιαύται δαπάναι επροξένήθησαν εξ εσφαλμένης ενεργείας ή εξ αμελείας του μεταφορέως.

παρ. 2. Εις τας περιπτώσεις τας αναφερομένας εις το άρθρον 14, παρ. 1, και εις το άρθρον 15, ο φορτωτής δύναται να εκφορτώση αμέσως τα εμπορεύματα δια λογαριασμόν  του προσώπου του έχοντος δικαίωμα διαθέσεως τούτων και τότε η μεταφορά θα θεωρήται τερματισθείσα. Ο μεταφορεύς θα κρατή τότε τα εμπορεύματα δια λογαριασμόν του έχοντος τοιούτον δικαίωμα προσώπου. Δύναται εν τούτοις να εμπιστευθή ταύτα εις τρίτον πρόσωπον, εν τοιάυτη δε περιπτώσει δεν θα ευθύνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπον πλην δια την άσκησιν ευλόγου φροντίδας δια την εκλογήν του τρίτου προσώπου. Αι οφειλόμεναι δυνάμει του δελτίου παραδόσεως δαπάναι και παν έτερον θα παραμένουν εις βάρος των εμπορευμάτων.

παρ. 3. Ο μεταφορεύς δύναται να πωλήση τα εμπορεύματα, χωρίς να αναμείνη οδηγίας εκ μέρους του δικαιουμένου να διαθέση ταύτα προσώπου, εάν τα εμπορεύματα είναι ευπαθή ή η κατάστασις αυτών προδικάζει τοιούτον ενδεχόμενον, ή εάν τα έξοδα εναποθηκεύσεως θα ήσαν δυσανάλογα προς την αξίαν των εμπορευμάτων. Δύναται επίσης να προβή εις την πώλησιν των εμπορευμάτων εις ετέρας περιπτώσεις, εάν μετά την λήξιν ευλόγου χρονικού διαστήματος δεν έχη λάβει εκ μέρους του έχοντος δικαίωμα διαθέσεως των εμπορευμάτων προσώπου οδηγίας περί του αντιθέτου, τας οποίας δύναται ευλόγως να απαιτηθή να εκτελέση.

παρ. 4. Εάν τα εμπορεύματα επωλήθησαν εις εφαρμογήν του παρόντος άρθρου, το προϊόν της πωλήσεως μετά την αφαίρεσιν των βαρυνόντων τα εμπορεύματα δαπανών, θα τίθεται εις την διάθεσιν του δικαιουμένου να διαθέτη τα εμπορεύματα προσώπου. Εάν αι εν λόγω δαπάναι υπερβαίνουν το προϊόν της πωλήσεως, ο μεταφορεύς θα δικαιούται να λάβη την διαφοράν.

παρ. 5. Η διαδικασία εν περιπτώσει πωλήσεως θα καθορίζηται υπό της νομοθεσίας ή του εθίμου του τόπου εις τον οποίον ευρίσκονται τα εμπορεύματα.

Τα κενά που υπάρχουν μεταξύ των ορισμών που καλύπτονται από τα Άρθρα αυτά, θα πρέπει να ικανοποιηθούν με την εκτέλεση της κοινής νομοθεσίας ή σύμφωνα με την γενική αρχή της συνθήκης CMR.

12. ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΗΠΤΗ

Μετά την άφιξη των εμπορευμάτων στον τόπο που προσδιορίζεται η παράδοση, ο παραλήπτης έχει το δικαίωμα να απαιτήσει από τον μεταφορέα την παράδοση των εμπορευμάτων έναντι απόδειξης και του δεύτερου αντιγράφου της φορτωτικής.

Εάν η απώλεια των εμπορευμάτων έχει προσδιοριστεί ή τα εμπορεύματα δεν έχουν αφιχθεί μετά την εκπνοή της περιόδου ως προβλέπεται στο Άρθρο 19, ο παραλήπτης έχει το δικαίωμα να εγείρει απαιτήσεις για λογαριασμό του, έναντι του μεταφορέα για τα δικαιώματα του ως απορρέουν από την σύμβαση μεταφοράς και ως προβλέπονται στο Άρθρο 13.

CMR Άρθρον 19.- παρ. 1. Καθυστέρησις παραδόσεως θα νοήται ότι έλαβε χώραν όταν τα εμπορεύματα δεν παρεδόθησαν εντός του συμφωνηθέντος χρονικού ορίου ή όταν, μη υπάρχοντος συμπεφωνημένου χρονικού ορίου, η πραγματική διάρκεια της μεταφοράς, λαμβανομένων υπ’ όψιν των συνθηκών της περιπτώσεως και ειδικώς, εις την περίπτωσιν τμηματικών φορτίων του απαιτουμένου χρόνου δια την συμπλήρωσιν πλήρους φορτίου κατά κανονικόν τρόπον, υπερβαίνη τον χρόνον όστις θα ήτο εύλογον να γίνη επιτρεπτός δι’ επιμελή μεταφορέα.

Τα δικαιώματα του παραλήπτη μπορούν να εγερθούν:

►   πριν από την άφιξη των εμπορευμάτων εάν αυτός έχει παραλάβει την πρωτότυπη φορτωτική, ή

►   μετά από την άφιξη των εμπορευμάτων στον τόπο που έχει οριστεί για παράδοση και αφού του έχει αποδοθεί το δεύτερο αντίγραφο της φορτωτικής έναντι απόδειξης.

Θα πρέπει να εκτιμηθεί ότι ο παραλήπτης δεν μπορεί να ενεργήσει για λογαριασμό του εκτός εάν έχει εκτελέσει όλες τις υποχρεώσεις του, οι οποίες τον βαρύνουν σύμφωνα με την φορτωτική.

Ο παραλήπτης θα πρέπει να πληρώσει όλα τα έξοδα που αναφέρονται επί της φορτωτικής και τον βαρύνουν σύμφωνα με το Άρθρο 13 παρ. 2.

CMR Άρθρον 13.- παρ. 2. Ο παραλήπτης, όστις ποιείται χρήσιν των προς αυτόν παρεχομένων δικαιωμάτων δυνάμει της παραγράφου 1 τους παρόντες άρθρου, θα καταβάλλη τας δαπάνας αίτινες εμφανίζονται ως οφειλόμεναι επί του δελτίου παραδόσεως, εν περιπτώσει όμως διαφωνίας επί του θέματος τούτου ο μεταφορεύς δεν θα υποχρεούται να παραδώση τα εμπορεύματα εκτός εάν παρασχεθή εξασφάλισις εκ μέρους του παραλήπτου.

13. Η ΕΠΙΡΡΟΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΣΩΣΤΗ  ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Η υποχρέωση του μεταφορέα είναι να παραδώσει το φορτίο στον τόπο που αναφέρεται και κάτω από τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην φορτωτική.

Με την παράδοση ο μεταφορέας θεωρείται ότι έχει ολοκληρώσει την αρχική του υποχρέωση.

Εν τούτοις, η σωστή παράδοση μπορεί να αποδειχτεί ότι είναι αδύνατη σε περιπτώσεις που αναφέρονται στα Άρθρα 14 και 15 τα οποία είναι ουσιαστικά.

CMR Άρθρον 14.- παρ. 1. Εάν δι’ οιονδήποτε λόγον είναι ή καθίσταται αδύνατον να εκτελεσθή το συμβόλαιον συμφώνως προς τους όρους τους αναφερομένους εις το δελτίον της παραδόσεως προ της αφίξεως των εμπορευμάτων εις τον καθορισθέντα προς παράδοσιν τόπον, ο μεταφορεύς θα ζητή οδηγίας παρά του προσώπου του δικαιουμένου να διαθέση τα εμπορεύματα συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 12.

παρ. 2. Παρά ταύτα, εάν αι συνθήκαι είναι τοιαύται ώστε να επιτρέπουν την εκτέλεσιν της μεταφοράς υπό όρους διαφόρους εκείνων οι οποίοι αναφέρονται εις το δελτίον παραδόσεως και εάν ο μεταφορεύς δεν κατέστη δυνατόν να λάβη οδηγίας εντός ευλόγου χρόνου παρά του προσώπου του δικαιουμένου να διαθέση τα εμπορεύματα συμφώνως προς τας διατάξεις του άρθρου 12, θα λαμβάνη τα μέτρα εκείνα τα οποία κατά την κρίσιν του εξυπηρετούν τα συμφέροντα του προσώπου του δικαιουμένου να διαθέτη τα εμπορεύματα.

CMR Άρθρον 15.- παρ. 1. Οσάκις αι συνθήκαι εμποδίζουν την παράδοσιν των εμπορευμάτων μετά την άφιξιν αυτών εις τον καθοριζόμενον τόπον παραδόσεως, ο μεταφορεύς θα ζητήση παρά του αποστολέως οδηγίας. Εάν ο παραλήπτης αρνήται να παραλάβη τα εμπορεύματα ο αποστολεύς θα δικαιούται να διαθέση ταύτα χωρίς να υποχρεούται να προσκομίση το πρώτον αντίγραφον του δελτίου παραδόσεως.

παρ. 2. Ακόμη και εάν έχει αρνηθή την παραλαβήν των εμπορευμάτων, ο παραλήπτης δύναται παρά ταύτα να ζητήση την παράδοσιν, εφ’ όσον ο μεταφορεύς δεν έχει λάβει οδηγίας περί του αντιθέτου από τον αποστολέα.

παρ. 3. Όταν ανακύπτουν συνθήκαι εμποδίζουσαι παράδοσιν των εμπορευμάτων αφού ο παραλήπτης ασκών τα δικαιώματα αυτού δυνάμει του άρθρου 12 παράργραφος 3, έδωσε εντολήν να παραδοθούν τα εμπορεύματα εις τρίτον πρόσωπον, αι παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου θα έχουν εφαρμογήν ως εάν ο παραλήπτης ήτο ο αποστολεύς και το έτερον εκείνο πρόσωπον ήτο ο παραλήπτης.

Η διάκριση που υπάρχει μεταξύ των άρθρων 14 και 15 θα πρέπει να γίνει κατανοητή.

Το Άρθρο 14 αφορά την αδυναμία της οριστικοποίησης της σύμβασης σε συνδυασμό με τους όρους της φορτωτικής πριν την άφιξη των εμπορευμάτων στον τόπο προορισμού, και το Άρθρο 15 αναφέρεται στην κατάσταση μετά την άφιξη των εμπορευμάτων στο μέρος που έχει ορισθεί να παραδοθούν.

Κατά το Άρθρο 14 ο μεταφορέας θα πρέπει να ζητήσει να του δοθούν οδηγίες από τα άτομα που είναι εντεταλμένα να διαθέσουν το εμπόρευμα, σε συνδυασμό με τους ορισμούς του Άρθρου 12, και το Άρθρο 15 ορίζει ότι ο μεταφορέας αρχικά θα πρέπει να ζητήσει οδηγίες από τον αποστολέα.

Η παρ. 2 του Άρθρου 15 επιτρέπει στον παραλήπτη να αλλάξει το προορισμό υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο μεταφορέας δεν έχει πάρει σαφείς οδηγίες από τον αποστολέα που να εναντιώνονται σ’ αυτήν την απόφαση του παραλήπτη.

CMR Άρθρον 15.- παρ. 2. Ακόμη και εάν έχη αρνηθή την παραλαβήν των εμπορευμάτων, ο παραλήπτης δύναται παρά ταύτα να ζητήση την παράδοσιν, εφ’ όσον ο μεταφορεύς δεν έχει λάβει οδηγίας περί του αντιθέτου από τον αποστολέα.

Εάν όμως ο παραλήπτης έχει ασκήσει αυτά του τα δικαιώματα, σύμφωνα με το Άρθρο 12 παρ. 3, τότε υποκαθιστά τον αποστολέα και επικαλύπτει τις οριστικοποιήσεις που δίδονται στις παρ. 1 και 2 του Άρθρου 15.

CMR Άρθρον 12.- παρ. 3. Ο παραλήπτης θα έχη εν τούτοις, το δικαίωμα διαθέσεως από του χρόνου κατά τον οποίον συντάσσεται το δελτίον παραδόσεως εάν ο αποστολεύς προβή εις σχετικήν εγγραφήν εις το δελτίον παραδόσεως.

CMR Άρθρον 15.- παρ. 1. Οσάκις αι συνθήκαι εμποδίζουν την παράδοσιν των εμπορευμάτων μετά την άφιξιν αυτών εις τον καθοριζόμενον τόπον παραδόσεως, ο μεταφορεύς θα ζητήση παρά του αποστολέως οδηγίας. Εάν ο παραλήπτης αρνήται να παραλάβη τα εμπορεύματα ο αποστολεύς θα δικαιούται να διαθέση ταύτα χωρίς να υποχρεούται να προσκομίση το πρώτον αντίγραφον του δελτίου παραδόσεως.

παρ. 2. Ακόμη και εάν έχη αρνηθή την παραλαβήν των εμπορευμάτων, ο παραλήπτης δύναται παρά ταύτα να ζητήση την παράδοσιν, εφ’ όσον ο μεταφορεύς δεν έχει λάβει οδηγίας περί του αντιθέτου από τον αποστολέα.

14. Η ΠΩΛΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΕΤΑΦΟΡΕΑ

Το Άρθρο 16 πραγματεύεται τις οικονομικές συνέπειες έναντι των οδηγιών που έχουν δοθεί στον μεταφορέα στην περίπτωση της αποτροπής της μεταφοράς ή της αποτυχίας της παράδοσης.

Η παρ. 3 αυτού του Άρθρου επιτρέπει στον μεταφορέα να πουλήσει τα εμπορεύματα κάτω από συγκεκριμένες περιστάσεις χωρίς να περιμένει οδηγίες από το άτομο που έχει καθοριστεί να διαθέσει τα εμπορεύματα.

CMR Άρθρον 16.- παρ. 3. Ο μεταφορεύς δύναται να πωλήση τα εμπορεύματα, χωρίς να αναμείνη οδηγίας εκ μέρους του δικαιουμένου να διαθέση ταύτα προσώπου, εάν τα εμπορεύματα είναι ευπαθή ή η κατάστασις αυτών προδικάζει τοιούτον ενδεχόμενον, ή εάν τα έξοδα εναποθηκεύσεως θα ήσαν δυσανάλογα προς την αξίαν των εμπορευμάτων. Δύναται επίσης να προβή εις την πώλησιν των εμπορευμάτων εις ετέρας περιπτώσεις, εάν μετά την λήξιν ευλόγου χρονικού διαστήματος δεν έχη λάβει εκ μέρους του έχοντος δικαίωμα διαθέσεως των εμπορευμάτων προσώπου οδηγίας περί του αντιθέτου, τας οποίας δύναται ευλόγως να απαιτηθή να εκτελέση.

Η παρ. 5 προβλέπει ότι σε περίπτωση πώλησης των εμπορευμάτων οι διαδικασίες που θα ακολουθηθούν πρέπει να έχουν οριστικοποιηθεί νόμιμα ή κατά εθιμικό δίκαιο εκεί όπου τα εμπορεύματα έχουν αποθηκευτεί.

CMR Άρθρον 16.- παρ. 5. Η διαδικασία εν περιπτώσει πωλήσεως θα καθορίζηται υπό της νομοθεσίας ή του εθίμου του τόπου εις τον οποίον ευρίσκονται τα εμπορεύματα.

15. Η ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ

Η συνθήκη CMR, στα Άρθρο 10 και 17 έως 29, μπορεί να διαχωριστεί στα κάτωθι 3 τμήματα:

  • Η ευθύνη του αποστολέα,

 

  • Οι όροι κάτω από τους οποίους ο μεταφορέας έχει ευθύνη,

 

  • Η συμμετοχή του μεταφορέα στην ευθύνη,

16. Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΕΑ

Οι όροι έναντι των οποίων ο μεταφορέας είναι υπεύθυνος οριστικοποιούνται στα Άρθρα 17 και 22.

Πριν από κάθε αναλυτική μελέτη αυτών των άρθρων, θα πρέπει να εκτιμηθεί σε ποιες συγκεκριμένες περιστάσεις ο αποστολέας έχει ευθύνες έναντι του μεταφορέα.

Το Άρθρο 10 προσδιορίζει τους όρους που αφορούν μια ζημία η οποία όμως μπορεί να οφείλεται σε ελαττωματική συσκευασία των εμπορευμάτων.

Εάν η αιτία της ζημίας προσδιοριστεί,  σε “ακατάλληλη συσκευασία”, οι όροι αυτοί καλύπτουν όλες της επακόλουθες ζημίες που προέρχονται απ’ αυτήν την αιτία (προς άτομα, προς αντικείμενα ή προς αλλά εμπορεύματα).

CMR Άρθρον 10.- Ο αποστολεύς θα ευθύνεται έναντι του μεταφορέως δια βλάβας προς πρόσωπα, εξοπλισμόν ή έτερα εμπορεύματα και δι’ οιαδήποτε έξοδα οφειλόμενα εις ελαττωματικήν συσκευασίαν των εμπορευμάτων, εκτός εάν το ελάττωμα ήτο εμφανές ή γνωστόν εις τον μεταφορέα κατά τον χρόνον παραλαβής των εμπορευμάτων προς μεταφοράν και ούτος δεν διετύπωσεν επιφυλάξεις αφορώσας τούτο.

Οι αρχές της αναφοράς αυτού του Άρθρου είναι απλές:

Ο αποστολέας είναι υπεύθυνος για διάφορους τύπους ζημιών εκτός εάν, η ακαταλληλότητα της συσκευασίας ήταν εμφανής ή γνωστή στον μεταφορέα κατά την παραλαβή των εμπορευμάτων και αυτός δεν έκανε παρατηρήσεις επί της φορτωτικής αναφορικά μ’ αυτήν την ακαταλληλότητα.

Αυτό μπορεί να φανεί σε μια βαθύτερη μελέτη της συνθήκης CMR όπου σε συγκεκριμένες περιστάσεις η ευθύνη του μεταφορέα επιμερίζεται της προηγουμένης περίπτωσης.

Εν τούτοις, κανένας επιμερισμός της ευθύνης δεν μπορεί να γίνει για λογαριασμό του αποστολέα. Αναγωγή θα πρέπει να γίνει στην νομοθεσία της σύμβασης προσδιοριζόμενη στην έκταση της ευθύνης του αποστολέα.

Τα παραδείγματα που δώσαμε προηγουμένως, θα μπορούσαν να μην είναι τα μοναδικά σε περίπτωση ζημίας που αποδίδεται στον αποστολέα,

Αυτός θα μπορούσε να έχει κάνει λάθος δήλωση σε ότι στοιχεία αφορούν τα εμπορεύματα ή την φόρτωση ή την εκφόρτωση, εάν έχει συμφωνηθεί ότι αυτές οι διαδικασίες θα γίνουν απ’ αυτόν.

Η συνθήκη CMR δεν οριστικοποιεί συγκεκριμένα αυτά τα σημεία, εκτός εάν αφορούν επικίνδυνα εμπορεύματα (Άρθρο 22) τα οποία δύναται να ενταχθούν κάτω από διαφορετική συμβατική νομοθεσία ή έναντι της κοινής τοπικής νομοθεσίας.

CMR Άρθρον 22.- παρ. 1. Όταν ο αποστολεύς παραδίδη εμπορεύματα επικινδύνου φύσεως εις τον μεταφορέα, θα οφείλη να πληροφορήση τον μεταφορέα περί της ακριβούς φύσεως του κινδύνου και να υποδείξη εάν παρίσταται ανάγκη τας προφυλάξεις αι οποίαι πρέπει να ληφθούν. Εάν η πληροφορία αύτη δεν έχη καταχωρηθή εις το δελτίον παραδόσεως το βάρος της αποδείξεως δι’ ετέρων μέσων, ότι ο μεταφορεύς εγνώριζε την ακριβή φύσιν του κινδύνου την προερχομένην από την μεταφοράν των τοιούτων πραγμάτων θα εναπόκειται εις τον αποστολέα ή τον παραλήπτη.

παρ. 2. Εμπορεύματα επικινδύνου φύσεως τα οποία, υπό τας εν παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου αναφερομένος συνθήκας, ο μεταφορεύς δεν εγνώριζεν ότι είναι επικίνδυνα δύνανται οποτεδήποτε και οπουδήποτε να εκφορτωθούν, καταστραφούν ή καταστούν ακίνδυνα υπό του μεταφορέως άνευ αποζημιώσεως περαιτέρω ο αποστολεύς θα ευθύνεται δια παν έξοδον, απώλειαν ή ζημίαν προκύπτουσαν εκ της παραδόσεως προς μεταφοράν ή εκ της μεταφοράς αυτών.

17. ΟΙ ΟΡΟΙ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ Ο ΜΕΤΑΦΟΡΕΑΣ ΦΕΡΕΙ ΕΥΘΥΝΗ

Το Άρθρο 17 οριστικοποιεί τις αρχές που αφορούν την ευθύνη του μεταφορέα και κατηγοριοποιεί τις ζημίες σε 3 τμήματα:

  • απώλεια,
  • ζημία,
  • καθυστέρηση.

Η απώλεια μπορεί να είναι ολική ή μερική.

Ο διαχωρισμός μεταξύ ολικής ή μερικής απώλειας είναι σημαντικός, όταν οι ορισμοί του Άρθρου 20 παρ. 1 ενεργοποιούνται με σκοπό να καθορίσουν την ημερομηνία αναχώρησης σε σχέση με την περίοδο περιορισμού για μια ενέργεια που προέρχεται από την σύμβαση της μεταφοράς: Άρθρο 32.

CMR Άρθρον 20.- παρ 1. Το γεγονός ότι εμπορεύματα δεν παρεδόθησαν εντός τριάκοντα ημερών από της λήξεως του συμφωνηθέντος χρονικού ορίου, ή εάν δεν υπάρχη συμπεφωνημένον χρονικόν όριον, εντός εξήκοντα ημερών από του χρόνου καθ’ ον ο μεταφορεύς παρέλαβε τα εμπορεύματα, θα αποτελή οριστικήν απόδειξιν απωλείας των εμπορευμάτων, το δε δικαιούμενον να προβάλη απαίτησιν πρόσωπον δύνανται τότε να θεωρή ταύτα ως απολεσθέντα.

Ο μεταφορέας μπορεί να αμφισβητήσει ότι η απώλεια είναι ολική ή μερική εάν τελικά παραδώσει τα εμπορεύματα και δεχτεί ότι η απαίτηση αφορά μόνο την αργοπορημένη παράδοση.

Το Άρθρο 20 συγκεκριμένα καλύπτει αυτό το σημείο και αναφέρει ότι τα εμπορεύματα, τα οποία δεν έχουν παραδοθεί μέσα σε 30 ημέρες μετά από την εκπνοή του συμφωνηθέντος χρόνου, ίσως θεωρηθούν ότι έχουν οριστικά απολεσθεί.

Εάν όμως δεν αναφέρεται επί της φορτωτικής ορισμένος χρόνος παράδοσης σύμφωνα με τους ορισμούς του Άρθρου 6 παρ. 2 (στ), τότε τα εμπορεύματα θα θεωρούνται απολεσθέντα εάν δεν παραδοθούν εντός 60 ημερών από την ημερομηνία που ο μεταφορέας τα παρέλαβε.

CMR Άρθρον 6.- παρ. 2. (στ) το συμφωνηθέν χρονικό όριον εντός του οποίου δέον να συντελεσθή η μεταφορά,

Η καθυστέρηση  ορίζεται  με το Άρθρο 19.

Αυτό το Άρθρο λειτουργεί για να οριστικοποιήσει ποτέ η καθυστέρηση έχει πραγματοποιηθεί όταν στην φορτωτική δεν αναφέρονται επιγραμματικά αυτά που ορίζονται στο Άρθρο 6 παρ. 2 (στ).

Το γεγονός ότι τα εμπορεύματα αφίχθησαν με ζημία, ή καθυστέρηση ή με έλειμμα, αυτό είναι ικανό να αποδώσει ευθύνες στον μεταφορέα ή ειδικότερα να εγερθούν προϋποθέσεις για την ευθύνη του.

Εν τούτοις, θα πρέπει αρχικά να οριστικοποιηθεί, ότι τα εμπορεύματα δεν είχαν ζημία κατά την παραλαβή τους από τον μεταφορέα ή ότι δεν έχουν γίνει παρατηρήσεις σχετικά με την ποσότητα, το βάρος και τον αριθμό των δεμάτων που έχει αποδεχθεί για μεταφορά.

Η απόδειξη της φορτωτικής, για την οποία έχουμε εξηγήσει προηγουμένως και οι ορισμοί που αφορούν την κατάσταση των εμπορευμάτων στην παράδοση, θα μελετηθούν όταν θα αναλύουμε το Άρθρο 30.

Η απόδοση της ευθύνης, ως αναφέρεται στο Άρθρο 17 παρ. 1 τροποποιείται με τους ορισμούς του Άρθρου 17 παρ. 2.

CMR Άρθρον 17.- παρ. 1. Ο μεταφορεύς θα ευθύνεται δια την ολικήν ή μερικήν απώλειαν των εμπορευμάτων και δια την βλάβην τούτων την λαμβάνουσαν χώραν μεταξύ του χρόνου κατά τον οποίον παραλαμβάνει τα εμπορεύματα και της παραδόσεως, ως επίσης και δι’ οιανδήποτε καθυστέρησην παραδόσεως.

παρ. 2. Ο μεταφορεύς εν τούτοις θα απαλλάσσηται της ευθύνης εάν η απώλεια βλάβη ή καθυστέρησις, προεκλήθη εξ εσφαλμένης ενεργείας ή αμελείας του προβάλλοντος απαίτησιν, εκ των διδομένων οδηγίων του προβάλλοντος απαίτησιν και ουχί ως συνέπεια εσφαλμένης ενεργείας ή αμελείας εκ μέρους του μεταφορέως εκ κεκρυμμένου ελαττώματος των εμπορευμάτων ή λόγω συνθηκών τας οποίας ο μεταφορεύς δεν ηδύνατο να αποφύγη και τας συνεπείας των οποίων δεν ηδύνατο να προλάβη.

Αυτή η παρ. προβλέπει ότι ο μεταφορέας θα πρέπει, να απαλλάσσεται της ευθύνης σε περίπτωση απώλειας ή ζημίας ή καθυστέρησης οι οποίες είναι αποτέλεσμα μιας λανθασμένης ενέργειας ή αμέλειας του απαιτούντος, και αυτές οι οδηγίες που έχουν δοθεί από τον απαιτητή είναι λανθασμένες και αφορούν απαιτήσεις, σχετικές με την φύση των εμπορευμάτων ή με συνθήκες κάτω από τις οποίες ο μεταφορέας δεν μπορούσε να αποφύγει ή συνέπειες τις οποίες δεν μπορούσε να προβλέψει.

Το βάρος των αποδείξεων,  απωλειών, ζημιών ή καθυστέρησις είναι κάτω από τους όρους που αναφέρονται στο Άρθρο 17 παρ. 2 βαρύνει τον μεταφορέα σύμφωνα με το Άρθρο 18 παρ. 1.

CMR Άρθρον 18.- παρ. 1. Το βάρος της αποδείξεως ότι η απώλεια, η βλάβη ή η καθυστέρησις οφείλετο εις ένα των αιτίων των αναφερομένων εις το άρθρον 17 παρ. 2 θα εναπόκειται εις τον μεταφορέα.

Επιπροσθέτως στους γενικούς ορισμούς που αναφέρονται στην παρ. 2, υπάρχει ένας σοβαρός αριθμός καταστάσεων οι οποίες δίνουν πολλά περιθώρια στον μεταφορέα να αποβάλλει αυτήν την ευθύνη εφ’ όσον μπορεί να αποδείξει ότι αυτές οι περιπτώσεις καλύπτονται από τους ορισμούς του νόμου ως ακολούθως αναφέρονται στην παρ. 4:

CMR Άρθρον 17.- παρ. 4. Υπό την επιφύλαξιν του άρθου 18, παρ.ι 2 μέχρι 5, ο μεταφορεύς θα απαλλάσσηται της ευθύνης όταν η απώλεια ή βλάβη προέρχεται εκ των ειδικών κινδύνων οίτινες ενυπάρχουν εις μίαν ή περισσοτέρας εκ των κατωτέρω περιπτώσεων:

α) χρησιμοποίησις ανοικτών ακαλύπτων οχημάτων, όταν η χρησιμοποίησις αυτών ρητώς συνεφωνήθη και ανεφέρθη εις το δελτίον παραδόσεως.

β) η έλλειψις ή ελαττωματική κατάσταστις της συσκευασίας εις την περίπτωσιν εμπορευμάτων τα οποία, εκ της φύσεως αυτών, υπόκεινται εις φθοράν ή βλάβην όταν δεν είναι συσκευασμένα ή καταλλήλως συσκευασμένα.

γ)  χειρισμός, φόρτωσις, στοιβασία ή εκφόρτωσις των εμπορευμάτων υπό του αποστολέως, του παραλήπτου  ή προσώπων  ενεργούντων δια λογαριασμόν του αποστολέως ή του παραλήπτου.

δ) η φύσις ορισμένων ειδών εμπορευμάτων, ήτις ειδικώς εκθέτει ταύτα εις ολικήν ή μερικήν απώλειαν ή βλάβη, κυρίως λόγω θραύσεως, σκωρίας, σήψεως, αποξηράνσεως, ροής, συνήθους φύρας ή της επενεργείας σκώρων ή ζωυφίων.

ε)  ανεπάρκεια ή ακαταλληλότης σημείων και αριθμών επί των δεμάτων.

στ)       η μεταφορά ζώντων ζώων.

 

  • Η χρησιμοποίηση ανοικτών ακάλυπτων αυτοκινήτων,

 

  • Έλλειψη ή κακή συσκευασία,

 

  • Ο αποστολέας, ο παραλήπτης ή άτομα που ενεργούν για λογαριασμό τους έχουν αναλάβει την υποχρέωση της φόρτωσης, της εκφόρτωσης και της στοιβασίας εντός του μεταφορικού μέσου.

 

  • Η φύση ορισμένων ειδών εμπορευμάτων,
  • Ανεπάρκεια των σημείων και αριθμών των κιβωτίων,
  • Η μεταφορά ζώντων ζώων.

Η σχέση μεταξύ του Άρθρου 17 παρ. 4 και του Άρθρου 18 παρ. 2 είναι σημαντική.

CMR Άρθρον 18.- παρ. 2. Όταν ο μεταφορεύς αποδείξη, ότι υπό τας συνθήκας της περιπτώσεως, η απώλεια ή βλάβη θα ήτο δυνατόν να αποδοθή εις ένα ή πλείονας εκ των ειδικών κινδύνων των αναφερομένων εις το άρθρο 17, παρ. 4, θα συμπεραίνεται ότι προεκλήθη ούτω. Ο προβάλλων απαίτησην εν τούτοις θα δικαιούται να αποδείξη ότι η απώλεια ή βλάβη δεν οφείλεται πράγματι, ούτε ολικώς ούτε μερικώς, εις ένα εκ των κινδύνων τούτων.

Το Άρθρο 18 προβλέπει ότι όταν ο μεταφορέας επικαλείται ότι η απώλεια ή ζημία των εμπορευμάτων προέρχεται από μια αιτία που αναφέρεται στο Άρθρο 17 παρ. 4 είναι πολύ πιθανόν γι’ αυτόν να αποδείξει ότι, έχοντας εξαντλήσει κάθε γνωστή περίσταση, η απώλεια ή η ζημία δύναται να είναι αποτέλεσμα αυτών των ειδικών όρων που αναφέρονται σ’ αυτό το Άρθρο.

Αυτή η προοπτική είναι εφικτή μόνο όταν δεν υπάρχουν γεγονότα που δύνανται να αποδείξουν την αιτία αυτής της ζημίας.

Παράδειγμα,

Μια απόφαση δικαστηρίου αφορούσε την περίπτωση που ένας οδηγός φορτηγού αποκοιμήθηκε επάνω στο τιμόνι με αποτέλεσμα να ζημιωθούν τα εμπορεύματα συνεπεία ενός ατυχήματος. Ο μεταφορέας δεν μπορεί να επικαλεστεί ότι η ζημία των εμπορευμάτων ήταν συνεπεία “κακής στοιβασίας” ή ήταν “ελλειπή συσκευασία”.

Η απόφαση του δικαστηρίου αιτιολογείται ως ακολούθως:

…η συνθήκη CMR εμφανέστατα αναφέρει ότι τα standards της συσκευασίας θα πρέπει να θεωρούνται σε συσχετισμό με τους φυσιολογικούς κινδύνους του ταξιδιού, π.χ. βιαία σύγκρουση,  ταρακούνημα και παρόμοιες επιδράσεις αλλά οι οποίες δεν μπορούν να καλύψουν ένα τέτοιο ατύχημα το οποίο είναι αντικείμενο αυτής της ενέργειας (αποκοίμισης του στο τιμόνι), όπου οποιαδήποτε συσκευασία ή στοιβασία δεν θα μπορούσε να αντισταθεί σε ένα τέτοιο ατύχημα”. – Dordrecht court 18/5/66 –

Για να απαλλαγεί ο μεταφορέας από την ευθύνη του για ζημίες ή απώλειες που προέρχονται από κίνδυνους που αναφέρονται στο Άρθρο 17 παρ. 4, δεν είναι αρκετό  γι’ αυτόν να αποδείξει ότι η περίπτωση του καλύπτεται απ’ αυτό το Άρθρο.

CMR Άρθρον 17.- παρ. 4. Υπό την επιφύλαξιν του άρθου 18, παρ. 2 μέχρι 5, ο μεταφορεύς θα απαλλάσσηται της ευθύνης όταν η απώλεια ή βλάβη προέρχεται εκ των ειδικών κινδύνων οίτινες ενυπάρχουν εις μίαν ή περισσοτέρας εκ των κατωτέρω περιπτώσεων:

α)   χρησιμοποίησις ανοικτών ακαλύπτων οχημάτων, όταν η χρησιμοποίησις αυτών ρητώς συνεφωνήθη και ανεφέρθη εις το δελτίον παραδόσεως.

β)    η έλλειψις ή ελαττωματική κατάστασις της συσκευασίας εις την περίπτωσιν εμπορευμάτων τα οποία, εκ της φύσεως αυτών, υπόκεινται εις φθοράν ή βλάβην όταν δεν είναι συγκευασμένα ή καταλλήλως συσκευασμένα.

γ)    χειρισμός, φόρτωσις, στοιβασία ή εκφόρτωσις των εμπορευμάτων υπό του αποστολέως, του παραλήπτου  ή προσώπων  ενεργούντων δια λογαριασμόν του αποστολέως ή του παραλήπτου.

δ)    η φύσις ορισμένων ειδών εμπορευμάτων, ήτις ειδικώς εκθέτει ταύτα εις ολικήν ή μερικήν απώλειαν ή βλάβη, κυρίως λόγω θραύσεως, σκωρίας, σήψεως, αποξηράνσεως, ροής, συνήθους φύρας ή της επενεργείας σκώρων ή ζωυφίων.

ε)    ανεπάρκεια ή ακαταλληλότης σημείων και αριθμών επί των δεμάτων.

στ)  η μεταφορά ζώντων ζώων.

Επίσης αυτός θα πρέπει να αποδείξει ότι έχοντας εξετάσει όλες τις γνωστές περιστάσεις, η απώλεια ή ζημία είναι τέτοιας φύσεως που αιτιολογημένα έχει προέλθει ως ένα πιθανό επακόλουθο των ειδικών κινδύνων που επικαλείται.

Όταν θα πρέπει να μεταφερθούν επικίνδυνα εμπορεύματα, ο αποστολέας θα πρέπει να ενημερώσει τον μεταφορέα ότι τα εμπορεύματα αυτά έχουν επικίνδυνη φύση και η επικινδυνότητα τους αυτή προϋποθέτει ότι πρέπει να έχουν ληφθεί ειδικές προφυλάξεις σύμφωνα με το Άρθρο 22 παρ. 1.

CMR Άρθρον 22.- παρ. 1. Όταν ο αποστολεύς παραδίδη εμπορεύματα επικινδύνου φύσεως εις τον μεταφορέα, θα οφείλη να πληροφορήση τον μεταφορέα περί της ακριβούς φύσεως του κινδύνου και να υποδείξη εάν παρίσταται ανάγκη τας προφυλάξεις αι οποίαι πρέπει να ληφθούν. Εάν η πληροφορία αύτη δεν έχη καταχωρηθή εις το δελτίον παραδόσεως το βάρος της αποδείξεως δι’ ετέρων μέσων, ότι ο μεταφορεύς εγνώριζε την ακριβή φύσιν του κινδύνου την προερχομένην από την μεταφοράν των τοιούτων πραγμάτων θα εναπόκειται εις τον αποστολέα ή τον παραλήπτη.

Η παρ. 2 του Άρθρου 22 προβλέπει ότι εάν ο μεταφορέας δεν ήταν ενήμερος της φύσεως των αντικειμένων, δύναται σε οποιονδήποτε χρόνο ή τόπο να εκφορτώσει τα εμπορεύματα, να τα καταστρέψει ή να τα δημεύσει χωρίς καμία υποχρέωση προς αποζημίωση.

CMR Άρθρον 22.- παρ. 2. Εμπορεύματα επικινδύνου φύσεως τα οποία, υπό τας εν παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου αναφερομένας συνθήκας, ο μεταφορεύς δεν εγνώριζεν ότι είναι επικίνδυνα δύνανται οποτεδήποτε και οπουδήποτε να εκφορτωθούν, καταστραφούν ή καταστούν ακίνδυνα υπό του μεταφορέως άνευ αποζημιώσεως περαιτέρω ο αποστολεύς θα ευθύνεται δια παν έξοδον, απώλειαν ή ζημίαν προκύπτουσαν εκ της παραδόσεως προς μεταφοράν ή εκ της μεταφοράς αυτών.

 

Αυτό το Άρθρο οριστικοποιείται με τον όρο,

“ο αποστολέας θα είναι υπεύθυνος για όλα τα έξοδα, απωλείας ή ζημίας που προέρχονται κατά την μεταφορά”.

 

Όσον αφορά επικίνδυνα εμπορεύματα, η συνθήκη CMR οριστικοποιεί του όρους που δεσμεύουν τον αποστολέα και τον θέτουν υπεύθυνο για την ολική συμμετοχή του.

18. Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΜΕΤΑΦΟΡΕΑ

Η έκταση της αποζημίωσης  που καλείται ο μεταφορέας να ικανοποιήσει, όταν αυτός θεωρηθεί υπεύθυνος για απώλειες ή ζημίες ή καθυστέρηση καλύπτεται από το Άρθρο 23 ως το Άρθρο 27.

Οι διακρίσεις αυτές αναφέρονται σε απώλεια στα Άρθρα 23 και 26, σε ζημία στα Άρθρα 25 και 26 και σε καθυστέρηση στο Άρθρο 23 παρ. 5 και στο Άρθρο 26, και οι τόκοι αυτών στο Άρθρο 27.

CMR Άρθρον 23.- παρ. 5. Εις την περίπτωσιν καθυστερήσεως, εάν ο προβάλλων απαίτησιν αποδείξη ότι η βλάβη προήλθεν εξ αυτής, ο μεταφορεύς θα καταβάλλη αποζημίωσιν δια την τοιαύτην  βλάβην μη υπερβαίνουσαν την δαπάνην μεταφοράς.

Ο νομισματικός περιορισμός της ευθύνης του μεταφορέα δίδεται με λεπτομέρεια στο Άρθρο 23 παρ. 3 το οποίο προσετέθη στις συνθήκες CMR  με ειδικό πρωτόκολλο (Γενεύη 5 Ιουλίου 1978 και μπήκε σε εφαρμογή στις 28 Δεκεμβρίου 1980) και το πρωτόκολλο αυτό αφορά μόνο τις χώρες που το έχουν εισχωρήσει στην συνθήκη.

CMR Άρθρον 23.- παρ. 3. Η αποζημίωσης εν τούτοις δεν θα υπερβαίνη τα 25 φράγκα ανά χιλιόγραμμον μικτού βάρους ‘Φράγκον’ σημαίνει το χρυσόν φράγκον βάρους 10/31 γραμμαρίου και καθαρότητας 900 επί τοις χιλίοις.

Το αρχικό Άρθρο 23 παρ. 3 προέβλεπε ότι η συμμετοχή δεν θα υπερέβαινε τα 25 Gold Franks για κάθε κιλό.

Η προσθήκη της Γενεύης στο Άρθρο 23 παρ. 3 προβλέπει ότι η συμμετοχή δεν θα υπερβαίνει τις 8,33 μονάδες για κάθε κιλό και το Άρθρο 23 παρ. 7 προσδιορίζει ότι η μονάδα αυτή είναι η μονάδα SDR (special drawing rights – ειδική τραβηχτική μονάδα) όπως προβλέπεται από το International Monetary Fund (IMF) (διεθνές νομισματικό ταμείο).

CMR Article 23- par. 7.    The unit of account mentioned in this Convention is the Special Drawing Right as defined by the International Monetary Fund. The amount mentioned in paragraph 3 of this article shall be converted into the national currency of the State of the Court seized of the case on the basis of the value of that currency on the date of the judgment or the date agreed upon the Parties. The value of the National currency, in terms of the Special Drawing Right, of a State, which is a member of the International Monetary Fund, shall be calculated in accordance with the method of valuation applied by the International Monetary Fund in effect at the date in question for its operations and transactions. The value of the national currency, in terms of the Special Drawing Right, of a state which is not a member of the International Monetary Fund, shall be calculated in a manner determined by that State.

Το ποσόν που αναφέρεται στο Άρθρο 23 παρ. 3 είναι το ανώτερο πόσο.

Ο απαιτητής θα πρέπει να  αποδείξει ότι η ζημία του είναι μέχρι αυτού του ποσού.

Δύο καθοριστικοί όροι της συνθήκης CMR που καλύπτουν αυτή την διαδικασία:

  • Η συμμετοχή προσμετράται αναφορικά με την αξία των εμπορευμάτων στον τόπο και την ώρα όπου αυτά παρελήφθησαν από τον μεταφορέα για την μεταφορά. Άρθρο 23 παρ. 1.

 

CMR Άρθρον 23.- παρ. 1. Όταν, δυνάμει των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως, μεταφορεύς ευθύνεται δι’ αποζημίωσιν εν σχέσει προς ολικήν ή μερικήν απώλειαν εμπορευμάτων, η τοιαύτη αποζημίωσις θα υπολογίζεται δι’ αναφοράς προς την αξίαν των εμπορευμάτων εις τον τόπον και κατά τον χρόνον κατά τον οποίον εγένοντο δεκτά προς μεταφοράν.

  • Για να μπορέσουμε να προσδιορίσουμε την αξία των εμπορευμάτων κατά την ημέρα και τον τόπο που παρελήφθησαν για μεταφορά, θα πρέπει να υπολογίσουμε την χρηματιστηριακή αξία των εμπορευμάτων της ημέρας αυτής ή αν δεν υπάρχει τέτοια αξία την τρέχουσα αξία της αγοράς, εάν αποτύχουμε και στις δυο αυτές περιπτώσεις η αξία θα υπολογιστεί με βάση την τιμή παρεμφερών εμπορευμάτων του ιδίου τύπου και ποιότητας. Άρθρο 23 παρ. 2.

 

CMR Άρθρον 23.- παρ. 2. Η αξία των εμπορευμάτων θα ορίζηται συμφώνως προς την τιμήν του χρηματιστηρίου εμπορευμάτων ή εάν δεν υπάρχη τοιαύτη τιμή, συμφώνως προς την τρέχουσαν τιμήν της αγοράς, ή εάν δεν υφίσταται τιμή της αγοράς, δι’ αναφοράς προς την συνήθη τιμήν εμπορευμάτων του αύτου είδους και της ιδίας ποιότητας.

 

Επιπρόσθετα των ανωτέρω υπολογισμών, η παρ. 4 του Άρθρου 23, προβλέπει ότι ο μεταφορέας θα είναι υπεύθυνος για τα έξοδα μεταφοράς, τελωνειακούς δασμούς και όλα τα αλλά έξοδα που εμπίπτουν για την μεταφορά των εμπορευμάτων.

CMR Άρθρον 23.- παρ. 4. Επιπροσθέτως, αι δαπάναι μεταφοράς, οι τελωνειακοί δασμοί και λοιπαί επιβαρύνσεις αι προκύπτουσαι εν σχέσει με την μεταφοράν των εμπορευμάτων θα αποδίδονται εξ ολοκλήρου εν περιπτώσει ολικής απωλείας και κατ’ αναλογίαν της υφισταμένης απωλείας εν περιπτώσει μερικής απωλείας, αλλά ουδεμία περαιτέρω αποζημίωσις δεν θα είναι καταβλητέα.

Αυτά τα ποσά είναι τα ποσά που μπορούν να απαιτηθούν από τον μεταφορέα για περίπτωση ολικής απώλειας και αναλογικά εάν η ζημία εμπίπτει στην μερική απώλεια.

Το Άρθρο 25 προσδιορίζει την ευθύνη του μεταφορέα σε περίπτωση ζημίας.

Ο προσδιορισμός  δίδεται στο Άρθρο 23 παρ. 3, εάν η άξια του εμπορεύματος  έχει μειωθεί και εάν η αναλογία αυτού του ποσού είναι μέρος από το εμπόρευμα που έχει ζημιωθεί.

CMR Άρθρον 23.- παρ. 3. Η αποζημίωσις εν τούτοις δεν θα υπερβαίνη τα 25 φράγκα ανά χιλιόγραμμον μικτού βάρους ‘Φράγκον’ σημαίνει το χρυσόν φράγκον βάρους 10/31 γραμμαρίου και καθαρότητας 900 επί τοις χιλίοις.

Το νούμερο που απορρέει από την ανωτέρω διαδικασία είναι το ανώτερο που μπορεί να αποδοθεί ως ευθύνη.

Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπ’ όψιν ότι το ανώτερο ποσό της συμμετοχής όπως προηγουμένως αναφέρεται μπορεί να υποκατασταθεί έναντι της πληρωμής από επιπρόσθετες επιβαρύνσεις με ένα υψηλότερο ποσό που θα αναφέρεται επί της φορτωτικής και θα είναι η συμφωνημένη άξια των εμπορευμάτων (declared value “ad valorem”) Άρθρο 24.

CMR Άρθρον 24.- Ο αποστολεύς δύναται, έναντι καταβολής συμφωνηθησομένου συμπληρωματικού ποσού να δηλώση εις το δελτίον παράδοσης αξίαν δια τα εμπορεύματα υπερβαίνουσαν το όριον το οριζόμενον εν άρθρω 23 παρ. 3, εν τοιαύτη δε περιπτώσει το ποσόν της δηλωθείσης αξίας θα αντικαταστήση το εν λόγω όριον.

 

Σ’ αυτή την περίπτωση η άξια που έχει δηλωθεί είναι η αποζημιωτέα άξια που θα αποκαταστήσει τα εμπορεύματα.

Είναι υποχρεωτικό από τις ενδιαφερόμενες πλευρές να αποδείξουν ότι η ζημία που έχουν υποστεί, ανταποκρίνεται στην συμφωνηθείσα άξια επί της φορτωτικής.

Ο αποστολέας θα πρέπει επίσης να κάνει, ειδική αναφορά επί της φορτωτικής σε περίπτωση που υπάρχει οικονομικό ενδιαφέρον κατά την παράδοση εάν τα εμπορεύματα αφιχθούν με απώλεια ή ζημία ή με καθυστέρηση αναφέροντας αυτό το ποσόν επί της φορτωτικής,  Άρθρο 26.

Εν αντιθέσει, με το σκεπτικό που αντιμετωπίζεται η απώλεια ή η ζημία, ο απαιτητής εάν αποδείξει ότι υπάρχει οικονομική ζημία από την καθυστέρηση του μεταφορέα και αυτή η ζημία πρέπει να πληρωθεί,  το ποσόν δεν δύναται να υπερβαίνει του ποσού που πλήρωσε ο αποστολέας ή ο παραλήπτης για την μεταφορά,  Άρθρο 23 παρ. 5.

 

CMR Άρθρον 23.- παρ. 5. Εις την περίπτωσιν καθυστερήσεως, εάν ο προβάλλων απαίτησιν αποδείξη ότι η βλάβη προήλθεν εξ αυτής, ο μεταφορεύς θα καταβάλλη αποζημίωσιν δια την τοιαύτην  βλάβην μη υπερβαίνουσαν την δαπάνην μεταφοράς.

…..

Αυτή η συμμετοχή του μεταφορέα γι’ αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούσε να είναι υψηλότερη εάν κάτι διαφορετικό έχει δηλωθεί επί της φορτωτικής σύμφωνα με το Άρθρο 26.

 

Το Άρθρο 27 προβλέπει ότι οι τόκοι υπερημερίας θα υπολογίζονται στο 5% ετησίως επί της απαίτησης και αυτοί οι τόκοι αρχίζουν να προσμετρούνται από την ημέρα που εγγράφως ο απαιτητής κάνει γνωστή αυτήν την απαίτηση στον μεταφορέα ή από την ημερομηνία που θα κατατεθεί μια αγωγή εναντίον του.

 

CMR Άρθρον 27.- παρ. 1. Ο προβάλλων απαίτησιν θα δικαιούται να απαιτήση τόκον επί της καταβλητέας αποζημιώσεως. Ο τόκος ούτος υπολογιζόμενος προς πέντε τοις εκατόν ετησίως θα λογίζεται από της ημερομηνίας κατά την οποίαν απεστάλη η έγγραφος απαίτησις προς τον μεταφορέα ή εάν δεν υπεβλήθη τοιαύτη απαίτησις, από της ημερομηνίας κατά την οποίαν ήρξαντο δικαστικαί ενέργειαι.

παρ. 2. Όταν τα ποσά επί των οποίων βασίζεται ο υπολογισμός της αποζημιώσεως δεν είναι εκπεφρασμένα εις το νόμισμα της χώρας εις την οποίαν προβάλλεται απαίτησις πληρωμής, η μετατροπή θα γίνεται προς την ισχύουσαν ισοτιμίαν της ημέρας και εις τον τόπον πληρωμής της αποζημίωσεως.

Το Άρθρο 28 προβλέπει ότι σε περίπτωση όπου, κάτω από την νομοθεσία των δικαστηρίων που έχει γίνει η προσφυγή, ο απαιτητής μπορεί να στηρίξει τις ενέργειες του κατά του μεταφορέα για μια διαφωνία, με το σκεπτικό ότι υπάρχει περαιτέρω συμβατική υποχρέωση.

CMR Άρθρον 28.- παρ. 1. Εις τας περιπτώσεις κατά τας οποίας βάσει της κειμένης νομοθεσίας απώλεια, ζημία ή καθυστέρησις προκύπτουσα εκ μεταφοράς δυνάμει της παρούσης Συμβάσεως, δημιουργεί θέμα εξωσυμβατικής απαιτήσεως, ο μεταφορεύς δύναται να επωφεληθή των διατάξεων της παρούσης συμβάσεως αι οποίαι αποκλείουν την ευθύνην αυτού, ή αι οποίαι ορίζουν ή περιορίζουν την οφειλομένην αποζημίωσιν.

παρ. 2. Εις περιπτώσεις όπου θέμα εξωσυμβατικής ευθύνης, δι’ απώλειαν, ζημίαν ή καθυστέρησιν ενός των προσώπων δια τα οποία ο μεταφορεύς είναι υπεύθυνος συμφώνως με τους όρους του άρθρου 3 είναι εν ισχύι, τοιούτον πρόσωπον δύναται επίσης να επωφεληθή των διατάξεων της παρούσης συμβάσεως αι οποίαι ορίζουν ή περιορίζουν την οφειλομένην αποζημίωσιν.

Εάν αυτό ευδοκιμήσει, ο μεταφορέας ίσως ωφεληθεί από τα διατάξεις του CMR οι οποίες εξαιρούν τέτοιες ευθύνες ή καθορίζουν τα όρια της πιθανής αποζημίωσης.

Ο μεταφορέας δεν θα μπορέσει όμως ποτέ να έχει πλεονέκτημα από τις ειδικές διατάξεις του CMR σχετικά με τον υπολογισμό της ευθύνης του, εάν η ζημία έχει δημιουργηθεί από βαρεία αμέλεια ή δόλο του και αυτό έχει αποδοθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση από τις δικαστικές. Άρθρο 29 παρ. 1.

CMR Άρθρον 29.- παρ. 1. Ο μεταφορεύς δεν θα δικαιούται να επωφεληθή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου αι οποίαι αποκλείουν ή περιορίζουν την ευθύνην αυτού ή αι οποίαι μεταφέρουν το βάρος της αποδείξεως, εάν η ζημία προεκλήθη (λόγω ηθελημένης κακής διαχειρίσεως) αυτού ή εκ τοιαύτης παραλείψεως εκ μέρους του ήτις συμφώνως προς την νομοθεσίαν του έχοντας την δικαιοδοσίαν της υποθέσεως δικαστηρίου θεωρείται ως ισοδυναμούσα προς (ηθελημένη κακήν διαχείρισιν) εκ μέρους αυτού.

Το ίδιο ισχύει εάν η βαρεία αμέλεια ή ο δόλος αποδειχθεί ότι βαρύνουν προστηθέντες ή πράκτορες ή άτομα που ενεργούν για λογαριασμό του μεταφορέα. Άρθρο 29 παρ. 2.

CMR Άρθρον 29.- παρ. 2. Η ιδία διάταξις θα έχη εφαρμογήν εάν (η ηθελημένη κακή διαχείρισις) ή παράλειψις διαπραχθούν υπό των πρακτόρων ή υπαλλήλων του μεταφορέως ή υπό οιωνδήποτε ετέρων προσώπων των οποίων ποιείται χρήσιν των υπηρεσιών δια την εκτέλεσιν της μεταφοράς όταν οι εν λόγω πράκτορες, υπηρέται ή λοιπά πρόσωπα ενεργούν εντός του πλαισίου της απασχολήσεως των. Περαιτέρω, εν τοιαύτη περιπτώσει οι εν λόγω πράκτορες, υπάλληλοι ή έτερα πρόσωπα δεν θα δικαιούνται να επωφεληθούν όσον αφορά την προσωπικήν των ευθύνην των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου των αναφρομένων εις την παρ. 1.

19. ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Το κεφάλαιο 5 του CMR αποτελείται από 4 Άρθρα, τα οποία αφορούν τις υποχρεώσεις του παραλήπτη, την συμμετοχή των νομικών διαδικασιών και την περίοδο του περιορισμού για μια ενέργεια που απορρέει από την σύμβαση μεταφοράς και υπόκειται στην συνθήκη CMR.

Το Άρθρο 30 προσδιορίζει την σωστή παράδοση εκ μέρους του μεταφορέα, εάν ο παραλήπτης δεν μπορεί να αποδείξει ότι το φορτίο δεν έχει παραδοθεί σύμφωνα με την φορτωτική και δεν πάρει τα απαιτούμενα μέτρα έναντι του μεταφορέα.

CMR Άρθρον 30.- παρ. 1. Εάν ο παραλήπτης προβή εις παραλαβήν των εμπορευμάτων χωρίς να ελέγξη την κατάστασιν αυτών μετά του μεταφορέως ή χωρίς να κοινοποιήση προς αυτόν επιφυλάξεις δίδων προς αυτόν γενικήν ένδειξιν της απωλείας ή της βλάβης ουχί αργότερον του χρόνου παραδόσεως εν περιπτώσει εμφανούς απωλείας ή ζημίας και εντός επτά ημερών από της παραδόσεως εξαιρουμένων των Κυριακών και επισήμων αργιών, εν περιπτώσει απωλείας ή ζημίας μη εμφανούς, το γεγονός της υπ’ αυτού παραλαβής θα αποτελή απόδειξιν prima facie ότι ούτος παρέλαβε τα εμπορεύματα εις ην κατάστασιν αναφέρεται εις το δελτίον παραδόσεως. Εν περιπτώσει απωλείας ή ζημίας, ήτις δεν είναι εμφανής, αι περί ων πρόκειται επιφυλάξεις δέον να γίνονται εγγράφως.

παρ. 2. Όταν η κατάστασις των εμπορευμάτων έχει δεόντως ελεχθή υπό του παραλήπτου και του μεταφορέως αποδεικτικά στοιχεία αντικρούοντα το αποτέλεσμα του ελέγχου τούτου θα είναι αποδεκτά μόνον εν περιπτώσει απωλείας ή ζημίας η οποία δεν είναι εμφανής και υπό τον όρον ότι ο παραλήπτης έχει δεόντως κοινοποιήσει  εγγράφως επιφυλάξεις προς τον μεταφορέα εντός επτά ημερών, εξαιρουμένων των Κυριακών και των επισήμων αργιών, από της ημερομηνίας του ελέγχου.

παρ. 3. Ουδεμία αποζημίωσις θα είναι καταβλητέα δια καθυστέρησιν παραδόσεως εκτός εάν έχη κοινοποιηθή εγγράφως επιφύλαξις προς τον μεταφορέα, εντός είκοσι μιας ημερών από του χρόνου καθ’ ον τα εμπορεύματα ετέθησαν εις την διάθεσιν του παραλήπτου.

παρ. 4. Κατά τον υπολογισμόν των χρονικών ορίων των προβλεπομένων υπό του παρόντος άρθρου, η ημερομηνία παραδόσεως ή η ημερομηνία ελέγχου ή η ημερομηνία καθ’ ην τα εμπορεύματα ετέθησαν εις την διάθεσιν του παραλήπτου κατά περίπτωσιν, δεν θα περιλαμβάνονται.

παρ. 5. Ο μεταφορεύς και ο παραλήπτης θα παρέχουν προς αλλήλους πάσαν λογικήν διευκόλυνσιν δια την διενέργειαν των αναγκαίων ερευνών και ελέγχων.

Ο παραλήπτης θα πρέπει να αποδείξει με prima facie αποδεικτικά στοιχεία ότι τα εμπορεύματα αφίχθησαν σε κατάσταση διαφορετική από αυτή που ορίζεται στην φορτωτική και αυτά μπορούν να αποδειχθούν με τις δυο κάτωθι ενέργειες:

  • Ελέγχοντας την κατάσταση των εμπορευμάτων μαζί με τον μεταφορέα κατά την ώρα παράδοσης τους και συνυπογράψουν τις σχετικές παρατηρήσεις επί της φορτωτικής, ή

 

  • Να αποστείλει διαμαρτυρία προς τον μεταφορέα μέσα στα χρονικά περιθώρια που προβλέπονται στην συνθήκη CMR.

 

Κατά τον χρόνο παραλαβής των εμπορευμάτων, ο παραλήπτης και ο μεταφορέας θα πρέπει από κοινού να κάνουν μια αναφορά για την κατάσταση των εμπορευμάτων.

Η συνθήκη CMR προβλέπει ότι θα πρέπει να γίνει από κοινού ένας έλεγχος των εμπορευμάτων και ο παραλήπτης να μπορέσει να αντικρούσει την σωστή παραλαβή των εμπορευμάτων, δεν υπάρχουν όμως προσδιορισμοί για τον τύπο αυτού του ελέγχου.

Τα μέρη ίσως συμφωνήσουν προφορικά για μια εμφανή ζημία κατά τον χρόνο παραλαβής των εμπορευμάτων αλλά στην πραγματικότητα εάν δεν υπάρχουν γραπτές παρατηρήσεις ή διαμαρτυρία ως ανωτέρω αναφέρεται, τότε ο παραλήπτης θα είναι στην διακριτική ευχέρεια του μεταφορέα να ικανοποιηθεί.

Εάν η απώλεια ή η ζημία είναι εμφανής κατά την ώρα παράδοσης των εμπορευμάτων και έχει γίνει ο έλεγχος από τον παραλήπτη και τον μεταφορέα, αποδείξεις που αντικρούουν αυτά τα αποτελέσματα του ελέγχου είναι αποδεκτές μόνο σε περίπτωση που η απώλεια ή ζημία δεν είναι εμφανής κατά την παραλαβή,  Άρθρο 30 παρ. 2.

CMR Άρθρον 30.- παρ. 2. Όταν η κατάστασις των εμπορευμάτων έχει δεόντως ελεχθή υπό του παραλήπτου και του μεταφορέως αποδεικτικά στοιχεία αντικρούοντα το αποτέλεσμα του ελέγχου τούτου θα είναι αποδεκτά μόνον εν περιπτώσει απωλείας ή ζημίας η οποία δεν είναι εμφανής και υπό τον όρον ότι ο παραλήπτης έχει δεόντως κοινοποιήσει  εγγράφως επιφυλάξεις προς τον μεταφορέα εντός επτά ημερών, εξαιρουμένων των Κυριακών και των επισήμων αργιών, από της ημερομηνίας του ελέγχου.

Η ανάλυση του Άρθρου 30, απώλεια ή ζημία υπόκειται στις δυο παρακάτω κατηγορίες:

 

  • Η εμφανής κατά την παραλαβή,
  • Και η μη εμφανής κατά την παραλαβή.

 

Ο παραλήπτης θα πρέπει να επιφυλαχτεί κατά τον χρόνο παραλαβής για εμφανείς απώλειες ή ζημίες.

Η επιφύλαξη αυτή θα μπορεί  να είναι προφορική ή γραπτή.

Για απώλειες ή ζημίες που δεν είναι εμφανείς κατά τον χρόνο παραλαβής, ο παραλήπτης θα πρέπει να κάνει γραπτή διαμαρτυρία κατά του μεταφορέα εντός 7 ημερών από την ημέρα παραλαβής τους.

Η διαμαρτυρία που θα γίνει είναι μια απλή διαμαρτυρία ως προβλέπεται στο Άρθρο 30 παρ. 1, αλλά, για να προασπίσει ο παραλήπτης περισσότερο τα συμφέροντα του, θα πρέπει σ’ αυτή την διαμαρτυρία προς τον μεταφορέα να αναγράφει την φύση της απώλειας ή της ζημίας και το ύψος της απαίτησης.

CMR Άρθρον 30.- παρ. 1. Εάν ο παραλήπτης προβή εις παραλαβήν των εμπορευμάτων χωρίς να ελέγξη την κατάστασιν αυτών μετά του μεταφορέως ή χωρίς να κοινοποιήση προς αυτόν επιφυλάξεις δίδων προς αυτόν γενικήν ένδειξιν της απωλείας ή της βλάβης ουχί αργότερον του χρόνου παραδόσεως εν περιπτώσει εμφανούς απωλείας ή ζημίας και εντός επτά ημερών από της παραδόσεως εξαιρουμένων των Κυριακών και επισήμων αργιών, εν περιπτώσει απωλείας ή ζημίας μη εμφανούς, το γεγονός της υπ’ αυτού παραλαβής θα αποτελή απόδειξιν prima facie ότι ούτος παρέλαβε τα εμπορεύματα εις ην κατάστασιν αναφέρεται εις το δελτίον παραδόσεως. Εν περιπτώσει απωλείας ή ζημίας, ήτις δεν είναι εμφανής, αι περί ων πρόκειται επιφυλάξεις δέον να γίνωνται εγγράφως.

Η συνθήκη CMR δεν προσδιορίζει πως αυτές οι διαμαρτυρίες πρέπει να γίνουν αποδεκτές. Το γεγονός είναι ότι αυτές οι διαμαρτυρίες γίνονται για να αποδείξουν ότι υπάρχει απαίτηση για απώλειες ή ζημίες του φορτίου που αφίχθη και δεν συμφωνεί με τους ορισμούς και τις συμφωνίες που έχουν αναγραφεί επί της φορτωτικής.

Η αποδοχή ή η απόρριψη μιας τέτοιας διαμαρτυρίας, από την πλευρά του μεταφορέα, για απαιτήσεις απωλειών ή ζημιών που έχουν δημιουργηθεί και η πληρωτέα αποζημίωση, είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμες μεταξύ των μερών.

Εάν οι διαπραγματεύσεις αυτές αποτύχουν τότε τον λόγο έχουν οι διαιτησίες ή τα εκάστοτε δικαστήρια.

Εν αντιθέσει, εάν δεν έχουν γίνει διαμαρτυρίες ή παρατηρήσεις επί της φορτωτικής, ο παραλήπτης θα αντιμετωπίσει εμπόδια όσον αφορά τις αποδείξεις.

Εν τούτοις, εάν υπάρχει απόλυτη εμπιστοσύνη και τα στοιχεία αποδεικνύουν το αντίθετο αυτά τα εμπόδια μπορούν να απαληφθούν.

Δυο καταστάσεις πρέπει να κατηγοριοποιηθούν ξεκάθαρα ως εξής:

 

  • Η πρώτη περίπτωση, όπου ένας κοινός έλεγχος από τον αποστολέα και τον μεταφορέα έχει καταγραφεί και γίνει αποδεκτός από κοινού. Ο παραλήπτης δεν θα μπορέσει αργότερα να αποδείξει οτιδήποτε άλλο πέραν αυτής της από κοινού καταγραφής, εκτός εάν αποδείξει ότι υπάρχει εσκεμμένη ενέργεια από την πλευρά του μεταφορέα, ή εάν έχει στείλει συμπληρωματική διαμαρτυρία εντός 7 ημερών από την παραλαβή για απώλειες ή ζημίες οι οποίες δεν μπορούσαν να καταγραφούν ή δεν ήταν εμφανείς κατά την παραλαβή.

 

  • Η δεύτερη περίπτωση είναι αν δεν έχει γίνει καμία καταγραφή και δεν έχει δοθεί καμία διαμαρτυρία εντός 7 ημερών (Κυριακές και αργίες εξαιρούνται) από την ημερομηνία παραλαβής των εμπορευμάτων. Αυτή η περίπτωση αφήνει ελεύθερο τον μεταφορέα να παράγει οποιεσδήποτε αποδείξεις που να αποδεικνύουν την σωστή παράδοση των εμπορευμάτων.

 

20. ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΤΗΣ  ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

Μια σωστή απαίτηση για καθυστερημένη παράδοση πρέπει να γίνει εντός 21 ημερών από την ημερομηνία που τα εμπορεύματα θα αποδοθούν στην διάθεση του παραλήπτη,  Άρθρο 30 παρ. 3.

CMR Άρθρον 30.- παρ. 3. Ουδεμία αποζημίωσις θα είναι καταβλητέα δια καθυστέρησιν παραδόσεως εκτός εάν έχη κοινοποιηθή εγγράφος επιφύλαξις προς τον μεταφορέα, εντός είκοσι μιας ημερών από του χρόνου καθ’ ον τα εμπορεύματα ετέθησαν εις την διάθεσιν του παραλήπτου.

Αυτή η περίοδος του χρόνου συμπεριλαμβάνει τις Κυριακές και τις Αργίες οι οποίες όπως είδαμε εξαιρούνται από τις προηγούμενες περιπτώσεις.

21. Η ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ

 

Το CMR προβλέπει ότι οι νομικές διαδικασίες που θα πρέπει να ληφθούν είναι οι κάτωθι:

 

  • Διαιτησία,
  • Δικαστήρια τα οποία θα έχουν από κοινού συμφωνηθεί μεταξύ των μερών,
  • Δικαστήρια τα οποία θα επιλεγούν από τον απαιτητή, αλλά εντός των περιορισμών που αναφέρονται στο Άρθρο 31 παρ. 1.

 

CMR Άρθρον 31.- παρ. 1. Επί δικαστικών ενεργειών επί μεταφοράς δυνάμει της παρούσης συμβάσεως ο ενάγων δύναται να εγείρη αγωγήν ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου συμβαλλομένης χώρας οριζομένου βάσει συμφωνίας μεταξύ των αντιδίκων και επιπροσθέτως ενώπιον των δικαστηρίων χώρας εις την επικράτειαν της οποίας,

α)   ο εναγόμενος διαμένει συνήθως ή έχει την έδραν των εργασιών του ή το υποκατάστημα ή πρακτορείον μέσω του οποίου εγένετο το συμβόλαιον της μεταφοράς, ή

β)    ευρίσκεται ο τόπος εις τον οποίον παρελήφθησαν τα εμπορεύματα υπό του μεταφορέως ή ο ορισθείς τόπος δια την παράδοσιν, και ενώπιον ουδενός, ετέρου δικαστηρίου.

 

Η συνθήκη CMR επιτρέπει την συμμετοχή της διαιτησίας σύμφωνα με το Άρθρο 33, αλλά προσδιορίζει ότι αυτής της διαιτησίας που θα οριστεί θα πρέπει οι αποφάσεις να είναι σύμφωνα με την συνθήκη.

Το Άρθρο 31 παρ. 1 προβλέπει ότι ο ενάγων θα πρέπει να φέρει την δίκη, σε δικαστήριο ενός κράτους μέλους της συνθήκης, το οποίο δύναται εκ των προτέρων να έχει συμφωνηθεί μεταξύ των μερών.

Το γεγονός ότι τα δικαστήρια αυτά θα πρέπει να είναι δικαστήρια ενός κράτους μέλους εγγυούνται για τις διαδικασίες και ότι οι αποφάσεις θα  βασιστούν στην συνθήκη.

Ο απαιτητής θα πρέπει, επιπρόσθετα, να προσάγει την αγωγή του στην χώρα όπου:

 

  • Είναι η έδρα του εναγομένου, ή η έδρα των επιχειρήσεων του, ή η έδρα των υποκαταστημάτων του ή των πρακτόρων του μέσω των οποίων έχει γίνει η σύμβαση μεταφοράς, ή
  • Όπου τα εμπορεύματα έχουν παραληφθεί προς μεταφορά από τον μεταφορέα, ή τον τόπο που έχει οριστεί για την παράδοση των εμπορευμάτων.

 

Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τον τελευταίο ορισμό του Άρθρου 31 παρ. 1 όπου σαφώς αναφέρεται ότι “κανένα άλλο δικαστήριο ή διαιτησία δεν νομιμοποιείται”.

CMR Άρθρον 31.- παρ. 1. Επί δικαστικών ενεργειών επί μεταφοράς δυνάμει της παρούσης συμβάσεως ο ενάγων δύναται να εγείρη αγωγήν ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου συμβαλλομένης χώρας οριζομένου βάσει συμφωνίας μεταξύ των αντιδίκων και επιπροσθέτως ενώπιον των δικαστηρίων χώρας εις την επικράτειαν της οποίας,

α)   ο εναγόμενος διαμένει συνήθως ή έχει την έδραν των εργασιών του ή το υποκατάστημα ή πρακτορείον μέσω του οποίου εγένετο το συμβόλαιον της μεταφοράς, ή

β)    ευρίσκεται ο τόπος εις τον οποίον παρελήφθησαν τα εμπορεύματα υπό του μεταφορέως ή ο ορισθείς τόπος δια την παράδοσιν, και ενώπιον ουδενός, ετέρου δικαστηρίου.

 

Οι ορισμοί του Άρθρου 31 παρ. 2 είναι σημαντικοί γιατί προσδιορίζουν τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν και τις νομικές διαδικασίες και ειδικότερα προβλέπουν ποια θα είναι τα δικαστήρια που θα προσαχθεί η υπόθεση και θα παρθεί μια απόφαση.

 

CMR Άρθρον 31.- παρ. 2. Οσάκις εν σχέσει προς απαίτησιν περί ης η παρ. 1 του παρόντος άρθρου εκκρεμεί αγωγή ενώπιον δικαστηρίου αρμοδίου δυνάμει της εν λόγω παραγράφου, ή οσάκις εν σχέσει προς τοιαύτην απαίτησαν εξεδόθη απόφασις υπό του εν λόγω δικαστηρίου ουδεμία νέα αγωγή θέλει εγερθή μεταξύ των ιδίων αντιδίκων εκ των αυτών εκτός εάν η απόφασις του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου κατετέθη η πρώτη αγωγή δεν είναι εκτελεστή εις την χώραν εις την οποίαν εγείρονται αι νέαι δικαστικαί ενέργειαι.

Ειδικότερα, η συνθήκη προσδιορίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα δικαστήρια εγγυάται ότι οι αποφάσεις που θα παρθούν θα είναι βασισμένες πάνω σ’ αυτήν. Άρθρο 31 παρ. 3.

CMR Άρθρον 31.- παρ. 3. Οσάκις απόφασις εκδιδομένη υπό δικαστηρίου συμβαλλομένης χώρας επί οιασδήποτε αγωγής ως η αναφερομένη εν παραγράφω 1 του παρόντος άρθρου έχει καταστή εφαρμοστέα εις την λόγω χώραν, θα καθίσταται ωσαύτως εφαρμοστέα εις έκαστον των λοιπών συμβαλλομένων Κρατών, ευθύς ως αι απαιτούμεναι εις την περί ης πρόκειται χώραν διατυπώσεις εκπληρωθούν. Αι διατυπώσεις αύται δεν θα επιτρέπουν την επανεξέτασιν της ουσίας της υποθέσεως.

Επίσης σημαντικότερο είναι ότι όπως προβλέπεται στην συνθήκη δεν επιτρέπεται εφ’ όσον μια υπόθεση έχει τελεσιδικήσει να επαναεισαχθεί.

Το Άρθρο 32 προβλέπει την περίοδο περιορισμού που θα πρέπει να κατατεθεί μια αγωγή.

Προσδιορίζοντας τις ενέργειες κατά της “μεταφοράς” και όχι κατά της “σύμβασης μεταφοράς”, το Άρθρο δίνει ευρύτερη έννοια στις διαδικασίες οι οποίες πλέον θα συνεκτιμήσουν και τους προσδιορισμούς της συνθήκης.

Το χρονικό όριο για μια αγωγή είναι 1 χρόνος, εν τούτοις εάν έχουμε περίπτωση βαρείας αμέλειας ή δόλου και σύμφωνα με την δικαστική απόφαση έχει αποδοθεί βαρεία αμέλεια ή δόλος, το χρονικό όριο επεκτείνεται στα 3 χρόνια.

Οι χρονικοί περιορισμοί αρχίζουν:

 

  • Σε περίπτωση μερικής απώλειας, ζημίας ή καθυστερημένης παράδοσης από την ημέρα παράδοσης των εμπορευμάτων,

 

  • Σε περίπτωση ολικής απώλειας, από την 30η ημέρα μετά την εκπνοή της συμφωνηθείσας ημερομηνίας ή όπου αυτό δεν έχει συμφωνηθεί της 60ης ημέρας από την ημέρα που τα εμπορεύματα έχουν παραληφθεί από τον μεταφορέα,

 

  • Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις 3 μήνες μετά την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης μεταφοράς.

 

Το Άρθρο 32 παρ. 2 προβλέπει ότι η χρονική περίοδος ως περιορίζεται μπορεί να ανασταλεί κατόπιν εγγράφου απαιτήσεως ενός εκ των μερών.

CMR Άρθρον 32.- παρ. 2. Υποβαλλομένη έγγραφος απαίτησις θα διακόπτη το περιοριστικόν χρονικόν όριον μέχρι της ημερομηνίας καθ’ ην ο μεταφορεύς απορρίψη την απαίτησιν δι’ εγγράφου κοινοποιήσεως και επιστρέψη τα προσηρημένα εις αυτήν έγγραφα. Εάν μέρος της απαιτήσεως γίνη αποδεκτόν, το περιοριστικόν χρονικόν διάστημα θα άρχεται υπολογιζόμενον εκ νέου μόνον εν σχέσει προς το παρεπόμενον εισέτι υπό αμφισβήτησιν μέρος της απαιτήσεως. Το βάρος της αποδείξεως λήψεως της απαιτήσεως ή της απαντήσεως και της επιστροφής των εγγράφων θα εναπόκειται εις τον διάδικον ο οποίος βασίζεται επί των δεδομένων τούτων. Η πορεία του περιοριστικού χρονικού ορίου δεν θα διακόπτεται υπό περαιτέρω απαιτήσεων εχουσών το αυτό αντικείμενον.

Αυτός που ζητά αυτήν την αναστολή της περιόδου είναι υποχρεωμένος να δώσει σαφείς αποδείξεις για τους λόγους που ζητά αυτήν την χρονική αναστολή, η οποία μπορεί να διαρκέσει έως ότου “ο μεταφορέας απορρίψει την απαίτηση με έγγραφη ενημέρωση και επιστρέψει τα σχετικά έγγραφα”.

 

Το βάρος των αποδείξεων για την παραλαβή της απαίτησης, ή της απάντησης και της επιστροφής των εγγράφων βαρύνει αυτόν που υποστηρίζει τα γεγονότα, ως προβλέπεται στο Άρθρο 32 παρ. 2.

Όταν ο μεταφορέας παραλάβει αλλά δεν αναγνωρίσει γραπτώς την απαίτηση,  το χρονικό όριο παρατείνεται αόριστα. Το χρονικό αυτό όριο θα ξανατεθεί σε εφαρμογή με την γραπτή του απάντηση. Παρ’ όλα αυτά τυχόν σιωπή του μεταφορέα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι σημαίνει ότι έχει αποδεχτεί και την ευθύνη του.

Συμπερασματικά θα λέγαμε και ως το Άρθρο 32 παρ.3 προβλέπει, ότι μια γραπτή απαίτηση δεν στοιχειοθετεί και την de facto αναστολή.

CMR Άρθρον 32.- παρ. 3. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων της ανωτέρω παραγράφου 2, η παράτασις του περιοριστικού χρονικού διαστήματος θα διέπεται υπό της νομοθεσίας του επιληφθέντος της υποθέσεως δικαστηρίου. Η εν λόγω νομοθεσία θα διέπη επίσης τα δημιουργούμενα νέα δικαιώματα αγωγής.

Γεγονός όμως είναι ότι οποιαδήποτε άλλη βάση για αναστολή μπορεί να γίνει δεκτή μόνον, σύμφωνα με την νομοθεσία του κράτους στα δικαστήρια των οποίων έχει εισαχθεί η υπόθεση.

22. ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΠΟ ΔΙΑΔΟΧΙΚΟΥΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΙΣ

Οι όροι που επιδρούν σε μια μεμονωμένη μεταφορά η οποία θα εκτελεστεί από διαδοχικούς οδικούς μεταφορείς προσδιορίζονται από τα Άρθρα 34 έως 40.

Το Άρθρο 34 προβλέπει ότι όταν υπάρχει μια μεμονωμένη σύμβαση μεταφοράς, ο κάθε ένας από τους οδικούς μεταφορείς που ενέχεται για την μεταφορά, ή ένα μέρος της μεταφοράς αυτής, έχει καθολική ευθύνη για όλη αυτή την διαδικασία.

Κάθε διαδοχικός μεταφορέας είναι μέρος της σύμβασης μεταφοράς, σύμφωνα με τους όρους της φορτωτικής με δεδομένο ότι αυτός αποδέχεται τα εμπορεύματα προς μεταφορά και την φορτωτική.

Το Άρθρο 34 δεν είναι απόλυτο όσον αφορά την διαδικασία όπου ένας μεταφορέας εκτελεί μέρος της μεταφοράς και ορίζει τρίτους μεταφορείς για να την αποπερατώσουν. Δεν έχει καμία σημασία ότι ο αρχικός μεταφορέας δεν έχει στην ουσία εκτελέσει την μεταφορά.

Το Άρθρο 35 προβλέπει ότι οι προσδιορισμοί του Άρθρου 9 θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν για τις σχέσεις μεταξύ των διαδοχικών μεταφορέων, εκτός από την περίπτωση που μια κοινή απαίτηση ή μια απόρριψη μιας διαδικασίας βασίζεται σε μια σύμβαση μεταφοράς. Τότε σύμφωνα μ’ αυτήν την σύμβαση όλες οι νομικές διαδικασίες θα πρέπει να εγερθούν κατά του πρώτου μεταφορέα, του τελικού μεταφορέα ή των μεταφορέων που έχουν εκτελέσει μέρος της μεταφοράς κατά την διάρκεια της οποίας έχει δημιουργηθεί απώλεια ή ζημία ή καθυστέρηση.

Ο όρος “the last carrier” μπορεί να δώσει έδαφος για κάποιες διαφορές.

Εν τούτοις, εάν η συνθήκη CMR ερμηνευθεί με απόλυτη ακρίβεια ο όρος  “the last carrier” εννοεί τον μεταφορέα ο οποίος, κάτω από συνηθισμένες περιστάσεις είναι αυτός ο οποίος πραγματοποιεί την παράδοση των εμπορευμάτων στον παραλήπτη που ονομάζεται στην φορτωτική.

Ο απαιτητής θα πρέπει, να εγείρει αξιώσεις στα χρονικά όρια που του δίδει η συνθήκη κατά πολλών μεταφορέων, ειδικότερα εάν ένας εκ των διαδοχικών μεταφορέων μπορεί να είναι αφερέγγυος.

Η σχέσεις μεταξύ των διαδοχικών μεταφορέων προβλέπονται ειδικότερα στα Άρθρο 37 έως 40.

Το Άρθρο 37 προβλέπει, ότι όταν ένας μεταφορέας έχει πληρώσει για την συμμετοχή του για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της συνθήκης, νομιμοποιείται να εγείρει αξιώσεις γι’ αυτή του την συμμετοχή και για περαιτέρω έξοδα που έχουν δημιουργηθεί εις βάρος  του από τους υπολοίπους διαδοχικούς μεταφορείς οι οποίοι έχουν εκτελέσει μέρος της μεταφοράς υπό τις κάτωθι προϋποθέσεις:

  • Ο μεταφορέας ο οποίος είναι υπεύθυνος για απώλεια ή ζημία έχει την αποκλειστική ευθύνη για την συμμετοχή του, ανεξάρτητα εάν αυτή η συμμετοχή έχει πληρωθεί απ’ αυτόν ή από άλλους μεταφορείς,

 

  • Όταν η απώλεια ή η ζημία έχει δημιουργηθεί από ενέργειες δυο ή περισσοτέρων μεταφορέων, οι οποίοι θα πληρώσουν ένα αναλογικό ποσόν της συμμετοχής ευθύνης τους,

 

  • Εάν είναι αδύνατον να προσδιοριστεί το ποσόν της ευθύνης τους, τότε ο κάθε ένας από τους μεταφορείς θα είναι υπεύθυνος αναλογικά με το μερίδιο που έχει πληρωθεί ως ναύλο για το μέρος της μεταφοράς που αυτός εκτέλεσε,

 

  • Εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί σε ποιον από τους μεταφορείς αποδίδεται η ευθύνη για την απώλεια ή την ζημία, το ποσόν της συμμετοχής τους, θα είναι αναλογικό μεταξύ όλων των μεταφορέων όπως αποδίδεται στον προηγούμενο προσδιορισμό.

 

Εάν ένας εκ των μεταφορέων είναι αφερέγγυος, το μερίδιο της ευθύνης που τον αφορά και το οποίο δεν έχει ικανοποιηθεί θα πρέπει να διαιρεθεί μεταξύ των άλλων μεταφορέων αναλογικά με την συμμετοχή τους στον ναύλο μεταφοράς που έχουν λάβει,  Άρθρο 38.

Το Άρθρο 39 παρ. 1 προβλέπει ότι κανένας μεταφορέας έναντι των οποίων έχει γίνει μια απαίτηση σύμφωνα με τα Άρθρα 37 και 38 δεν νομιμοποιείται να αντικρούσει εγκυρότητα της πληρωμής που έχει γίνει από τον μεταφορέα που έχει μια απαίτηση για το ποσόν συμμετοχής του και αυτή η απαίτηση έχει οριστικοποιηθεί με νομικές διαδικασίες και ο οποίος μεταφορέας που έχει ικανοποιήσει αυτή την συμμετοχή σύμφωνα με την δικαστική απόφαση, έχει εκ των προτέρων προσεπικαλέσει τους υπόλοιπους.

CMR Άρθον 39.- παρ. 1. Ουδείς μεταφορεύς κατά του οποίου ηγέρθη απαίτησις δυνάμει των άρθρων 37 και 38, θα δικαιούται να αμφισβητήσει την ισχύν της πληρωμής της γενομένης υπό του εγείροντος την απαίτησιν μεταφορέως, εάν το ποσόν της αποζημιώσεως είχε καθορισθεί υπό δικαστικής εξουσίας αφού απεδόθη προς τον πρώτον αναφερόμενον μεταφορέα νόμιμος ειδοποίησης περί της αγωγής και του παρεσχέθη η ευκαιρία να υποβάλλει αίτησιν εμφανίσεως ενώπιον του δικαστηρίου.

Η ίδια περίοδος των περιορισμών που προβλέπεται στο Άρθρο 32 είναι αυτή που θα πρέπει να διέπει και αυτές τις διαδικασίες.

Εν τούτοις, η περίοδος αρχίζει να προσμετράται από την ημερομηνία της δικαστικής απόφασης που προσδιορίζει το ποσόν της συμμετοχής που πρέπει να πληρωθεί σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης, ή εάν δεν υπάρχει δικαστική απόφαση, από την ημέρα που έχει γίνει αυτή η πληρωμή, Άρθρο 39 παρ.4.

CMR Άρθρον39.- παρ. 4. Αι διατάξεις του άρθρου 32 θα έχουν εφαρμογήν επί απαιτήσεων μεταξύ μεταφορέων. Το περιοριστικόν χρονικόν διάστημα θα άρχεται, εν τούτοις, να διανύεται είτε κατά την ημερομηνίαν της οριστικής δικαστικής αποφάσεως της καθοριζούσης το ποσόν της αποζημιώσεως της πληρωτέας δυνάμει των διατάξεων της παρούσης Συμβάσεως είτε, εάν δεν υφίσταται τοιαύτη δικαστική απόφασις, από της πραγματικής ημερομηνίας πληρωμής.

Το Άρθρο 40 προβλέπει ότι οι μεταφορείς θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να αποφασίσουν μεταξύ τους άλλους όρους για το μερίδιο συμμετοχής τους, ανεξάρτητα από ότι προβλέπεται από την συνθήκη CMR.

Το Άρθρο 41 αναφέρει ότι εκτός από τις προσδιορισμούς του Άρθρου 40, ρητή ή γραπτή συμφωνία η οποία άμεσα ή έμμεσα προσβάλλονται από τους προσδιορισμούς της συνθήκης είναι άκυροι.

Η ακυρότητα αυτών των προσθηκών δεν είναι όμως δυνατόν να επιφέρει και ακυρότητα των ορισμών της σύμβασης μεταφοράς.

Τάκης Καλογεράκος

Marine Cargo Underwriter